Βήμα το βήμα,
στιγμή την στιγμή,
προσπαθώ να κτίσω
την μνήμη μου
Ίδια κι' απ' όμοια
στον Ιστό της αράχνης μου Κύριε!..
Τ' αχνάρια μου,
να περιμαζέψω
όπου δειλά θαρρώ
λίγο κι' ακόμη
να μου αργοφαίνονται
μικρές τύψεις,
μικρά αποτυπώματα
στην απεραντωσύνη Σου
και στην μεγαλωσύνη Σου Κύριε!
|
|
|
|
|
|
|
|
Κώστας Δουρίδας:
Γράμμα στον Έλληνα της Διασποράς
Μικρο
απάνθισμα
Στίχων και φράσεων:
Έχουμε πάρει ευχή και κατάρα
απ' τον παππού μας τον ΜΑΚΡΥΓΙΑΝΝΗ, όπου μας
λεει: Σαν 'Ελληνες, δεν πρέπει ποτές(!!!) να λησμονούμε την γη της πατρίδας,
αλλά και κείνη που έγινε δεύτερη μάνα μας κι' απροκάλυπτα εδώ εγώ τώρα, σου την
αποκαλώ ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΗ ΓΗ της ΔΙΑΣΠΟΡΑΣ!!
|
Σήμερα ο εχθρός του 'Ελληνα δεν είναι
ορατός, γιατί δεν έχει πρόσωπο ούτε σάρκα όμως
υπάρχει παντού σαν τον αγέρα!. Μερικοί τον είπαν
καλοπέραση. 'Αλλοι ..πολιτισμό και
παγκοσμιοποίηση.. Οι πιο τολμηροί τον είπαν
αφομοίωση.
| |
|
| |
|
| |
|
|
ΕΙΣΑΙ το πρώτο μόριο από το σώμα μου και
στην δική σου πνοή αναπνέω!. Υπάρχω κι'
ευρίσκομαι ζωντανός και θριαμβεύω ή
εξαφανίζομαι, ή απλώς ζω κι' αργοπεθαίνω....
| |
|
| |
|
|
|
|
Ο κόσμος του «Καπνόν ποθρώσκοντα» δεν
είναι μύθος και ιστορία αδελφέ μου, παρά μικρά
σπασμένα γυαλιά από καθρέφτη που μέσα εκεί
παραστατικά, θα με βρεις αποσπασματικά και με
εξουθενωμένη φωνή, να σου δίνω την αναφορά μου
με λόγια απλά να καταλάβεις: 'Οτι η μικρή και
τεθλασμένη γραμμή που εσύ και εγώ ακολουθήσαμε
στην ξένη γης δεν ήταν εύκολος δρόμος...
| |
|
| |
|
| |
|
(1)
'Εγραφε τα ποιήματά του με βιασύνη και
προχειρότητα: Κτύπαγε τις λέξεις στην
γραφομηχανή καθώς ο χτίστης πετάει με το μυστρί
την λάσπη πάνω στον γυμνό τοίχο.. Θαρρείς και
υπνωτισμένος έγραφε την διαθήκη του :
(2)
''Τις μέρες μου τις έχω μετρήσει πάνω στις
χάντρες του κομπολογιού.. Mία τη μία κι' ένα το
βήμα. Βήμα τα βήματα, στο παρά πέντε.. Κόμβο τον
κόμβο και με τα αρθριτικά.. Μίλια τα μίλια
-Χιλιάδες μίλια μακριά από την θάλασσα και τον
γαλάζιο ουρανό της πατρίδας! ...Ποιος τον
θυμάται τώρα τον μετανάστη"..
| |
|
| |
|
| |
|
|
Σήμερα ο μετανάστης -αν και πεθαίνει-
έχει πάρει προ πολλού την θέση του παλαιού
χωριάτη.. για ετούτο τον αποκαλούν "πιατά" και
άλλα τέτοια πολλά του λένε..
| |
|
| |
|
|
|
Πολλά από τα γράμματά μου σε εσένα τα
ματαγράφω ονοματίζοντάς τα ..ποιήματα Γι' αυτό
και το τελευταίο γράμμα που σου ετοίμασα αντί να
σου το στείλω το πέρασα στην σελίδα με τα
ποιήματα και ύστερα πήγα για ύπνο.. Βλέπεις είτε
εσένα το στείλω είτε εκεί (στο διαδίκτυο) το
αφήσω για εμένα είναι το ίδιο;;
| |
|
| |
|
| |
|
Θυμήσου: 'Ενα παιδί της διασποράς, ήταν
τότε, είκοσι χρονών, που γύρισε στην πατρίδα
γύρω στα 1820, και δεν μιλούσε καλά ελληνικά,
-καθώς κι' εσύ- και όμως στον ίδιο καιρό,
έγγραψε τον εθνικό μας ύμνο, ήταν ο Διονύσιος
Σολωμός που έγγραψε επίσης και τούτο: «Κλείσε
στην ψυχή σου την Ελλάδα και θα νιώσεις μέσα σου
κάθε είδους μεγαλείο»!!
| |
|
| |
|
| |
|
|
Κοινότητα ΕΙΣΑΙ ΕΣΥ κι' ΕΓΩ, μην το
ξεχνάς! μαζί η ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΣΟΥ ! και η ΙΣΤΟΡΙΑ
ΣΟΥ!.. Είναι της γαλανής πατρίδας μας το αρχαίο
πνεύμα. Αυτοί που θυσιάστηκαν! Αυτοί που έφυγαν
μαζί και κείνοι που θα ρθούνε!..
| |
|
| |
|
|
|
|
Μην Λησμονείς: H Κοινότητα ξεκίνησε με
εσένα! Στηρίζεται σε εσένα! και το γνωρίζει: θα
επιτύχει ή θα αποτύχει με ΕΣΕΝΑ και ΕΜΕΝΑ αδελφέ
μου.
| |
|
| |
|
|
|
Στην πιο ψηλή κορφή της γης ο πρώτος
καβαλάρης και σταυραϊτός Δίπλα μου ο ήλιος
χαμογελαστός Σπέρνει τραγούδια, αγάπης
λουλούδια. Χιλιάδες άγγελοι στήνουν χορό και
σφάζονται μες την ποδιά σου !!!
| |
|
| |
|
| |
|
|
Επειδή λεει δεν μας χρειάστηκαν παρά
μονάχα ένα ποτήρι νερό να δώσουμε στον διψασμένο
αναχωρητή της μακρινής πατρίδας.
| |
|
| |
|
|
|
..Στους κάμπους και στα βουνά της
πατρίδας αχ και να σ' έπαιρνα απ' το χέρι,
στιγμή - στιγμή, βήμα το βήμα! Κρυφό Σχολειό να
σου έκανα την ιστορία του Έλληνα παππού σου.
| |
|
| |
|
| |
|
|
Με την Ελλάδα να σου στέλνει
χαιρετίσματα για να μην ξεχαστείς στα καταράχια
της οικουμένης... 'Οτι εσύ αδελφέ μου δεν
εγεννήθηκες να γίνεις πολίτης του κόσμου επειδή
η καρδιά σου είναι σημαδεμένη την Ελλάδα!.
| |
|
| |
|
|
|
Όσο που ζεις θα σε πικραίνει, όπου κι'
αν βρίσκεσαι μακριά της, θα σε πεθαίνει... Μα
νάσαι σίγουρος θα σ' ανασταίνει μονάχα η σκέψη
της!!
| |
|
| |
|
| |
|
|
Με το τραγούδι το δημοτικό στα
ερτζιανά.. Ξεχύθηκε η λεβεντιά στους ουρανούς!
Κι' άστραψε ο κόσμος σου 'Αγιε μου μετανάστη!.
Και η γης που πριν σε τρόμαζε το αχανές.. Τώρα
χωριό στα πόδια σου, δες,
| |
|
| |
|
|
|
Ως αμνό τον πάνε -και με άλλους λαούς,
ποιος να πιστέψει.. με μια Κοκα Κόλα στο χέρι,
στο Θείο Σταυρό του Μαρτυρίου Σου! και στην δική
του την εξαφάνηση !
| |
|
| |
|
| |
|
|
Δωσμου θεέ μου μια στιγμή φούρλα να φέρω
τη ζωή μέσα απ' το τσάμικο κι' όπως θα σειέμαι
θα λυγώ και σμίξω τον Έλληνα ..θεό... Σαν
αστραπή να γεννηθώ ξανά στην γη κι' αφού
αισθανθώ την πασχαλιά ως άνω! Μαζί και την
Ελλάδα!!! Ύστερα ας ..πεθάνω!!
| |
|
| |
|
|
|
Πήρε μια χούφτα χώμα απ' τα Καλάβρυτα..
Το έσμιξε με κείνο της γης του Σύδνεϋ και έκανε
το περβόλι της!..
| |
|
| |
|
| |
|
Μάθε, στην γαλανή πατρίδα όταν μιλούν
για μετανάστες εννοούν μονάχα: Τυχοδιώχτες και
ύποπτους!. Η λέξης Αϊ Μετανάστης που σούλεγα..
θυμάσαι?? Τώρα, κατάντησε βρομιά?? στο στόμα του
λαού. Και το δικό σου όνομα αδελφέ μου ..για
λίγο ακόμα.. και να γράφοταν στην.. ιστορία!..
| |
|
| |
|
| |
|
|
Πατρίδα μου, Ελληνική πατρίδα μέσα στους
ήχους τους λειτουργικούς του "Κύριε Ελεήσον" σε
ψάχνω απεγνωσμένα κι' απελπισμένα την ιστορία
σου και την μορφή σου να ξεδιπλώσω σώμα απ' το
σώμα σου θέλω να κτίσω μνήμα στα μνήματα του
μετανάστη με την ευχή σου!!
| |
|
| |
|
|
|
Μερικοί από αυτούς, τα τελευταία χρόνια
μη στέλνοντας ούτε γράμμα στην πατρίδα γιατί
«ανοίξανε» οι τηλεφωνικές γραμμές, ξέχασαν και
τα 5 γράμματα που ήξεραν και δεν διαβάζουν ούτε
ελληνικά και όμως στη μικροπολιτική τύφλα να σου
έχει ο Μακιαβέλης. 'Οσο για τα παιδιά που δεν
τους ακολουθούν, θα τους ακούσεις να λένε στωικά
αλλά και τελεσίδικα "δεχτό" από πάρτη τους: -«Τι
να τα κάνουμε αφού δεν μας ακολουθούν;» Και έτσι
τους βλέπεις οι δυο τους (τ' αντρόγυνο)
συνυφασμένοι κι' απόλυτα αισιόδοξοι σαν
κουρδιστά παχουλά στρατιωτάκια στην παρέλαση,
τραβούν και παν' στην εκκλησία, στην κοινοτική
εκδήλωση ή του συλλόγου.. Και οι ίδιοι πάντα
αυτοδιοικούνται, αυτοεκκλησιάζονται και δεν
υποχωρούν σε τίποτα.
| |
|
| |
|
| |
|
|
Τα απόμακρα κι' ερημικά χωριά της
πατρίδας μου κάθε φορά στο ηλιοβασίλεμα στέλνουν
την μοναξιά τους με το δισάκι του ξενιτεμένου
στα πέρατα της γης να παν χαιρετισμούς στον
μετανάστη
| |
|
| |
|
|
|
Μέσα απ' του ψάλτη τη φωνή και του παπά
ακούω την φωνή σου και ραγίζω βλέπω τριγύρω
καταχνιά την απουσία απ' τις καινούργιες
γενιές.. δακρύζω..
| |
|
| |
|
| |
|
|
Εγώ κι' εσύ πορεύουμε την ιστορία στον
ώμο μας. Κι' επά στην κορφή του 'Ολυμπου για
δώδεκα χιλιάδες χρόνια φιλάμε σκοπιά το
ανθρώπινο γένος
| |
|
| |
|
|
|
|
Μη φοβηθείς να σκούξεις την αλήθεια: Με
την φωνή του Ρήγα στα μπουντρούμια της Οδησσού!
με το ραβδί των φιλικών:
| |
|
| |
|
|
|
η αθάνατη γενιά του 'Αϊ μετανάστη που
απ' τους αρχαίους χρόνους πήγε το φως της
γαλανής πατρίδας του στα πέρατα της οικουμένης,
και έλαμψε η γης!
| |
|
| |
|
| |
|
|
..«Να ξέρεις ακόμα και τούτο: Σε ότι
έγραφα και γράφω ο παραλήπτης μου ήσουν και
είσαι εσύ ! Γιατί ήσουν και είσαι το σπίτι μου
μαζί και η Aρχή.. ..«Να μου το θυμάσαι και πάντα
καλά μου νάσαι !».. »..
| |
|
| |
|
|
|
Και οι άγριοι γίναν ήμεροι, κι' ομόρφυνε
ο κόσμος! Ύστερα και για πολλή.. Μνηστήρες
οργισμένοι ήρθαν και πειραματίστηκαν την
βαρβαρότητα να βγει στον άνθρωπο!
| |
|
| |
|
| |
|
|
Πάνω στα καλύτερα χρόνια της δικής μας
ζωής αλλά και στις καλύτερες εποχές της πατρίδας
εμείς φύγαμε μακριά.. τάχα απ' την ζήτηση της
περιπέτειας.. Τάχα από ..ανάγκη...
| |
|
| |
|
|
|
Στο μεταξύ ο 'Αϊ μετανάστης θύμωσε! και
πήρε πένα και χαρτί κι' αντίς μελάνι, με αίμα!
έγραψε απάνω το όνομά του: Ρήγας Φεραίος,
Φιλικοί, 1821, Διονύσιος Σολωμός, Υψηλάντης, και
άλλοι πολλοί..
| |
|
| |
|
| |
|
|
'Ετσι τα περισσότερα χωριά στη Γορτυνία
έχουν απομείνει με έναν ..Κολοκοτρώνη στην
πλατεία και οκτώ ανθρώπους να τραγουδούν την
μοναξιά με ένα τραγούδι κλέφτικο για την
επιστροφή του ξενιτεμένου..
| |
|
| |
|
|
|
Βάνω σουρίχτρα και σφυρώ και χαλασμό
σηκώνω.. Βλέπω βουνά, βλέπω λογγιά κι'
αντάριασμα στα πλάγια Χιλιάδες γιδοπρόβατα
περνούν στα βοσκοτόπια κι' ακούω τα
κυπροκούδουνα κι' εγώ λαλώ φλογέρα..
| |
|
| |
|
| |
|
|
Τα αχνάρια μου να περιμαζέψω, όπου δειλά
θαρρώ λίγο κι' ακόμη, να μου αργοφαίνονται:
Μικρές τύψεις, μικρά αποτυπώματα στην
απεραντωσύνη Σου και στην μεγαλωσύνη Σου Κύριε!
| |
|
| |
|
|
|
'Υστερα και λίγο πριν πάει για τον
στρατό. Μια μέρα και μέσα σε λίγες ώρες, από
παιδί που ήταν κι αισθανότανε, στα ξαφνικά
ωρίμασε και έγινε άνδρας. Καθώς που βρήκε τον
εαυτόν του κρατημένο γερά!! Κειδά, από το
φέρετρο του αγωνιστή και ήρωα της ειρήνης
Γρηγόρη Λαμπράκη!..
| |
|
| |
|
| |
|
|
απ' την Μητρόπολη ως μέχρις το πρώτο
νεκροταφείο η Ελλάδα, είχε διπλώσει σε ένα μικρό
σεντόνι την ιστορία της, και με τα χέρια της
τεντωμένα σε χιλιάδες μπουνιές, φοβέριζε τους
ουρανούς μαζί και τους ..θεούς της.
| |
|
| |
|
|
|
Και οι μεν πήραν τους δρόμους για τις
φυλακές και τα ξερονήσια.. Και οι δε -οι απλοί
και ανώνυμοι- πήραν τους δρόμους για την
ξενιτιά.."..
| |
|
| |
|
| |
|
|
Αγαπητέ μου φίλε, Τελευταία μου ήρθανε
χαμπέρια με τα πουλιά, πως η γενιά μας δεν πάει
καθόλου καλά. Πολλοί γνωστοί μας φίλοι και δικοί
φύγανε.. Κι' εμείς ψαχνόμαστε ..κρυβόμαστε απ'
τους γιατρούς και τον εαυτό μας. Δεν έχουμε το
..θεό μας. Και άλλα τέτοια πολλά.. Νάσαι καλά!!
| |
|
| |
|
|
|
|
...'Οτι στην κάπελη έχουν σωπάσει τα
τσεκούρια εδώ και πολύ καιρό επειδή λεει στο
Καρδαρίτσι τα τζάκια των σπιτιών δεν τον
φοβούνται πια τον χειμώνα.. και οι χωριανοί
λιγόστεψαν και οι δρόμοι χορταριάσαν..
| |
|
| |
|
|
|
Δέκα χρονών παιδί το θυμάσαι? και με τον
πατέρα σου να κοιμάσαι στ' αραποσίτια έχοντας τα
μάτια σου καρφωμένα με επιμονή στον ουρανό να
προσπαθείς να βάλεις σειρά στ' αστέρια: Κάθε
αστέρι και ένα όνειρο.
| |
|
| |
|
| |
|
|
κι' εγώ με το ποδήλατό μου σπίτι το
σπίτι κτύπαγα, πόρτα την πόρτα τον καημό μου,
πήρα από λάθος το ονειρό μου και έγραψα στον
βερεσέ τον ξενιτεμό μου..
| |
|
| |
|
|
|
Στις πέρα ανηφοριές με τα κυκλάμινα του
ονείρου μου ..παλικαριές... Αχ! και την ζωή μου
θάδινα πάλι στη νιότη αν θα γυρνούσα έστω για
λίγο.. κι' απ' την αρχή ξανά να σ' αγαπούσα:
| |
|
| |
|
| |
|
|
Το πιο γλυκό χαμόγελο στον πλανήτη είναι
το χαμόγελο του Έλληνα καθώς υποδέχεται τον
επισκέπτη του. (Ολυμπιακή Φιλοξενία 2004)
| |
|
| |
|
|
|
|
Η γριά μου η *βάβω η παναγιά στην ερημιά
με το *φακιόλι της αλαφιασμένη ψάχνει στα
διάσελα κλαημένη να βρει τσοπάνηδες..
| |
|
| |
|
|
|
|
Κτύπαγε τις λέξεις στην γραφομηχανή
καθώς ο χτίστης πετάει με το μυστρί την λάσπη
πάνω στον γυμνό τοίχο.. Θαρρείς και υπνωτισμένος
έγραφε την διαθήκη του
| |
|
| |
|
|
|
Τραγουδιστάδες, Καλλιτέχνες, θεατρίνοι
και θεατρόφιλοι όλοι με λαμπαδοδρομίες και
"τρανταχτές γιορτές" Δεκαετίες ολόκληρες! -Η
πατρίδα στις μεγάλες της δόξες! Το μόνο που
ξέχασαν κι' απ' τις γιορτές κι' απ' τα τραγούδια
τους είναι τον μετανάστη!.
| |
|
| |
|
| |
|
|
Σε ψάχνω στους τηλεφωνικούς καταλόγους
της διασποράς, στα graduation φυλλάδια των
πανεπιστημίων, στους υποψήφιους της καινούριας
Βουλής.. Περπατώντας στους δρόμους της διασποράς
σε ψάχνω παντού.. και σε βρίσκω Ελληνά μου με το
κομπολογάκι σου και το μεράκι σου να υπάρχεις
παντού!!..
| |
|
| |
|
|
|
Εκεί, αφού ντυθεί την φουστανέλα και
βάλει το τσαρούχι στα πόδια, ρίχνεται στο
τσάμικο ως μέχρι οι θεοί να κατεβούν απ' την
πλάτη του και να ριχτούν κι' αυτοί στον χορό
χεραγκαλιά τους Μάρκο Μπότσαρη, Δημήτριο Μακρή,
Αθανάσιο Ραζηκώτσικα κι' άλλους πολλούς..
| |
|
| |
|
| |
|
|
Φεύγοντας ο μετανάστης πήρε μαζί του από
την πατρίδα το "κάτι τι" όπου στις δύσκολες
στιγμές το είχε φυλαχτό και τον βοηθούσε, σαν
φάρος τον οδηγούσε!
| |
|
| |
|
|
|
Είναι Μεσολογγίτισσα γλυκιά νεράιδα που
λες και η λίμνη την ξεπέταξε σαν ένα θαύμα που
γεννιέται κάθε εκατό χρόνια!.. Είναι η Αρετή
Κετιμέ και είναι μόλις 15 χρόνων! Έχει ένα μυαλό
που είναι γιομάτο προκοπή και ατέλειωτη ανθρωπιά
πολύ περισσότερο αγάπη για την δημοτική μας
μουσική.
| |
|
| |
|
| |
|
Κομμάτια απ' την ομορφιά τ' ανθρώπινου
μεγαλείου είναι η πατρίδα μου, διάσπαρτη γύρω
απ' τον ομφαλό της γης και στα πόδια της το
Αιγαίο...!
| |
|
| |
|
| |
|
|
Και ύστερα, εκείνο το ξαφνικό σου
χαμόγελο που ενώ μιλάς το ρίχνεις από το
...πουθενά... Και κείνο δίνει ζωή για οχτώ ζωές.
Δίνει ομορφιά για δεκαοχτώ παράδεισους κι' ανάμα
να ξαναζωντανέψει ο ήλιος στον ουρανό του Τολέδο
με την καταιγίδα!..
| |
|
| |
|
|
|
|
Ότι έχεις στο μυαλό σου να το στέλνεις
χωρίς φόβο στις 4 γωνιές της γης. Είσαι ότι
καλύτερο έχουμε σήμερα για τον Ελληνισμό και την
ιστορία μας.. Ο αδελφικός σου φίλος από τον
Καναδά
| |
|
| |
|
|
|
Οι πρώτες μου κυράδες στην ζωή, στάθηκαν
δύο. 'Ιδιες Θεές!! Η μία ήταν η μάννα μου, η
άλλη η Ελλάδα. Και στις δύο γύρισα την πλάτη..
Πήγα σαν "κόζηνο τράηστο" και χάθηκα στου κόσμου
την άκρη..
| |
|
| |
|
| |
|
|
Η πατρίδα, μου ήρθε κοντά Με τα λαγούτα
της και τα βιολιά Και τώρα εγώ σφυρίζοντας Λίγο
απ' το χρόνο τρικλίζοντας Με το κομπολογάκι μου
Γυρίζω σελίδα το μεράκι μου Και λέω άραγε πού
ζω; Εδώ ή εκεί; Στο Καρδαρίτσι ή στην.. βόρειο
Αμερική; Πιάνω χαϊδεύω τα γένια μου.. Και ούτε
που σκέφτομαι την ..ζαχαρένια μου..
| |
|
| |
|
|
|
Παλιέ μου φίλε Πάντα σε σκέπτομαι κι'
αδημονώ να πάρω σου νέα. Κλείνω τα μάτια μου και
σε βλέπω παρέα κάπου σε κάποιο ακρογιάλι μακρινό
στην Νότιο Αφρική με το χαρτί -λέξη την λέξη- να
διαλογίζεσαι τον ΠΛάτωνα και τον Αριστοτέλη κι΄
εγώ που ζηλεύω να ήμουνα το μαθητούδι -..κάπου
πιο πέρα..- Σου στέλνω για χαιρετισμό μια
καλημέρα και την ευχή να'σαι καλά!
| |
|
| |
|
| |
|
|
'Oταν ήμουν παιδί έστηνα "καυγάδες" στην
μάνα μου είτε για να με ειπεί θεατρίνο που μου
άρεσε.. Είτε για να της πω εγώ το πόσο
απαραίτητη μου ήταν..
| |
|
| |
|
|
|
Και απάνω στο χορό μ' ένα ..θυμό στο λεω
κοφτά να ξεμπερδέψω : "Θε να σε κλέψω ντάλα
γιόμα μ' ένα φιλί στο στόμα!".
| |
|
| |
|
| |
|
|
Και λένε ακόμη ότι τα παιδιά του
μετανάστη το πιο πολύ που τα ενδιαφέρει είναι να
αποδείξουν ότι η μετανάστευση των γονιών τους
δεν ήταν ούτε καν λάθος
| |
|
| |
|
|
|
Πρόσωπα αγαπημένα.. αρχοντικά,
ευτυχισμένα, χαρούμενα, ερωτευμένα. Και ακόμη
πρόσωπα ιερά των γονειών και των πάππων μας..
Μόνο που πέρασαν δίπλα απ' το χρόνο - πουλιά
φοβισμένα; και αραγμένα τωρα στην μνήμη μας.
| |
|
| |
|
| |
|
|
Τα χωριά της πατρίδας ερήμωσαν και οι
πολιτείες στοίχειωσαν την αβεβαιότητα. Λένε πως
ο ΠατροΚοσμάς βγήκε παγάνα στα βουνά...
| |
|
| |
|
|
|
Κλείνω τα μάτια μου να βουτήξω στην
σκέψη σου. Λέω και σκούζω δυνατά επειδή υπάρχεις
θα υπάρχω και θα υπάρχω έως ότου θα υπάρχεις..
| |
|
| |
|
| |
|
|
Οι υποψίες μου λένε ότι τραβούν ως μέχρι
πέρα απ ' τα δώδεκα χιλιάδες χρόνια.. Σταματάω
στιγμή να πάρω ανάσα απ' την ανάσα σου. Θέλω να
σου γράψω τραγούδι και μπερδεύω τα λόγια μου.
Θέλω να σου ειπώ τραγούδι και η μνήμη μου δεν με
βοηθάει. Παίρνω το δρόμο να επιστρέψω από εκεί
που ξεκίνησα και βρίσκω τα σπίτια αμπαρωμένα.
| |
|
| |
|
|
|
κι' εδώ κι' εκεί και χάει κοντά με πέντε
οργιές καζάντι.. Πήρες τα χρόνια παγανιά και την
ζωή μια μπαταριά τα έδωσες όλα μια ζαριά και
εκεί στα ξημερώματα εχάθηκες στα αστέρια.
| |
|
| |
|
| |
|
|
Κοιτάζοντας τη φωτογραφία σου, βρίσκω τη
ψυχή μου γονατιστή -θαρρείς και να προσεύχεται-
μπροστά στον Ιερό Bωμό της ατέρμονης Ελληνικής
μου Ιστορίας!!!
| |
|
| |
|
|
|
|
Και αφού η κάθε κοινότητα είναι
ανεξέλεγκτη από οποιαδήποτε κεντρική ηγεσία
καταλήγει να είναι έρμαιο του προέδρου μαζί και
της «κλίκας» του που αποτελεί το λεγόμενο
συμβούλιο κι' αφού αυτά βλέποντας ο κάθε
νοικοκύρης τραβιέται μακριά και δεν συμμετέχει.
Οι καινούριες γενιές μη βλέποντας τίποτε το
ενδιαφέρον απογοητευμένες αλλά και σχεδόν
τρομοκρατημένες πήραν τον δρόμο χωρίς επιστροφή
στην αφομοίωση;;
| |
|
| |
|
|
|
Και ενώ από την μιά μεριά η γενιά του
μετανάστη: Το έχουμε ξαναπεί, αναμφισβήτητα!
στην πλειοψηφία της -και στην προσωπική του ζωή
ο καθένας- έκανε προκοπή: Το ξέρετε ότι σαν
εθνικότητα -κι' ανάλογα τον πληθυσμό- η
ελληνική, είναι η πρώτη με το μεγαλύτερο ποσοστό
φοιτητών στα πανεπιστήμια του Καναδά;; Από την
άλλη όμως μεριά στην κοινοτική ζωή απέτυχε
οικτρά.. Και τι βλέπεις παντού; Μια θλιβερή
εικόνα: Θαρρείς, κι' όλα αυτά τα χρόνια -ο
μετανάστης- απόμεινε ένα παιδί θυμωμένο που -για
οποιαδήποτε λόγους- ποτέ του δεν ωρίμασε!
| |
|
| |
|
| |
|
|
.."Μία σωστά οργανωμένη κοινότητα,
ξεκινάει με πρώτα τα εργαλεία της δηλ. το
«εμένα» και «εσένα», για να καταλήξει στους
πολλούς και εν συνεχεία στους ηγέτες της, όπου
εύκολα όλοι μας πια λέμε, εάν κάτι δεν πάει
καλά: Αυτοί φταίνε... Ενώ στην ουσία φταίμε
εμείς... δηλαδή εγώ κι' εσύ αδελφέ μου"...
| |
|
| |
|
|
|
Όμως έτσι γίνεται πάντα!.. Και έτσι
γράφεται η ιστορία του 'Ελληνα στη διασπορά αλλά
και στην πατρίδα!.
| |
|
| |
|
| |
|
|
Στην διασπορά ο ελληνισμός ψυχοραγά -4-
Στην αφομοίωση -παγκοσμιοποίηση- η νέα θεά -5-
Συναγερθείτε Ελλήνων παιδιά κι οργανωθείτε -6-
Γιατί εμπρός σας δεν είναι ο εχθρός σας και να
τον δείτε
| |
|
| |
|
|
|
Ο 'Ελληνας της διασποράς: Αυτός ο
μούργος, ο δουλευταράς, χορευταράς και
καλοκάγαθος! Υπομονετικός αλλά και ατίθασος! ο
υπέρ πατριώτης και Ελληναράς της πρώτης γενιάς ο
μετανάστης!.
| |
|
| |
|
| |
|
|
Για τούτο και για όλα αυτά τα παραπάνω
που λεω, επιμένω σε αυτό: Ο 'Ελληνας της
διασποράς, ποτέ του δεν υπήρξε τυχοδιώχτης η
επιζήμιος για τους συνανθρώπους του στην νέα γη,
παρά μοχλός στην δημιουργία και την πρόοδο και
όσο για την πατρίδα. Αϊ μετανάστης!
| |
|
| |
|
|
|
Ο απόδημος Ελληνισμός, στο σύνολό του
υπολογίζεται ότι υπερβαίνει τα 6.000.000. Ο
Ελληνογεννής πληθυσμός ανά τον κόσμο (η
αφομοίωση που λέμε) πλησιάζει τα 100. 000.000.
λένε οι ειδικοί. Ο πληθυσμός της πατρίδας
πλησιάζει τα 11.000.000. Και κάποιοι άλλοι λένε:
| |
|
| |
|
| |
|
τα Καρδαριτσιώτικα: Δημοτικά Τραγούδια..
του Κώστα Δουρίδα: Γραμμένα στα χρόνια του στρατιωτικού 63/65..
Πανηγύρι στο Καρδαρίτσι
Πεντηκοστή ήρθε ξανά πλαντάζουν τα νταούλια
πανηγυριάζει το χωριό.. Οι βλάχοι στα καλά
τους
Κακούρης έχει την σειρά, Τσιούτης
παραπερούλια
Κολοβελώνης τσαντιριό, έστησε στην χαρά
τους.
Νζανέτη αρχίνα τον σκοπό την "Καραγκούνα"
αρχίνα.
Κράταμε Κώστα Καλαθά να χροπουλίσω λίγο..
Κουβάλα Πάϊκο το πιοτό μεζέδια από τα φίνα,
σήμερα από την ξενιτιά ήρθα, ταχιά θα φύγω.
|
Του Βέλου
ο γιος παντρεύεται
Σήμερα ο τόπος καίγεται στο χάϊ στο τουφεκίδι..
Η βλαχουριά γλεντοκοπά βροντάνε τα κλαρίνα.
Του Βέλου ο γιος παντρεύεται φέρτε
θρακιάρικο γίδι,
φέρτε της Ντάριζας κρασιά κι απ'τα Βαρκά
ρετσίνα.
"Χάϊντε να ζήσουν τα παιδιά" βιολιά καλά το
λέτε.
Η νύφη σέρνει το χορό απ' τα'κρίβου της το
χέρι,
Βελοξιφτέρης τραγουδά κι Αγγέλο
χροπουλιέται,
καμάρι η νύφη το γαμπρό -ζευγαρωμένο
ιταίρι
|
Κατάρα να'χεις ξενιτιά
"Κατάρα να'χεις ξενιτιά" στο είπαν πολλοί ετούτο.
Το ξέρω και κλαίω που δεν μπορώ 'πω σε να πάρω
εκδίκια.
Ξεσήκωσες την βλαχουριά την πλάνεψες με
πλούτο,
και μ' άφησες μόνο το χωριό ρημιό
τ'αρχοντηλίκια.
Πήρες τα σόγια τα καλά -τρανοί
νοικοκυραίοι:
Που είναι ο Ροδόπουλος ο Γιώργης; ο Νίκος ο
Ηλιόπουλος,
του Βελοχρήστου τα παιδιά, του Τύρου οι
Τσικαίοι
'Ολους τους πήρες ξένη γης, και κλαίει ο
δικός μου τόπος.
|
Ρημοκοπήθει το χωριό
Ρημοκοπήθει το χωριό Νεκροτοπιά σα να'ναι
Στοιχειώσανε τ'αρχοντικά λοθριάσαν τα
μποστάνια
λαλιά ανθρώπου δεν ακώ πουλιά δεν
κελαηδάνε,
λες και κατάρα θεϊκιά το'πνιξε στην
αφάνεια.
Μαυροντυμένα τα βουνά, τα ρέματα, ω και
λεω..
Τα βλέπω κλαινε με δαρμό μπρος το μεγάλο
τάφο
Κλαινε.. μου καινε την καρδιά αρχάω κι εγώ
να κλαιω.
Και κλαιω π'ακόμη τα ρωτώ και δεν μου λεν
να μάθω.
|
Ο χρόνος είν' ο φταίχτης...
Μου γαλαριάσαν τα βουνά
με σίδερο μ' ατσάλι..
Φράξαν τις στράτες στο Χελμό,
στο Ρούσιο στον Αλπούξο,
στην Ζήρια στην Μπαλαλονιά
στο Διάρχο στον Διχάλι,
και μώβαλαν φρόγκο στον λαιμό
να μη μπορώ να σκούξω.
Κατάρα στον αδικητή
στον άτιμο το σκύλο.
Οπου μου πήρε την χαρά
-κατάρα ο θεομπαίχτης.
Χάη - χάη.. βγαίκα καημένη μου ψυχή
στου μπαλκονιού το στύλο,
κι αποχαιρέτα τα βουνά
κι ο χρόνος είν' ο φταίχτης...
|
Μόνο για το φιλί σου
Λενιώ γυναικαδέλφη μου
και μικροπαντρεμένη.
Λυπάμαι που δεν κράτησα
μπέσα στον μπατζανάκη.
Μα τι να πω το ντέρτι μου
ήταν τρανό καημένη,
τα χείλη σου λαχτάρισα
και τώριο σου κορμάκι.
Τώρα ας με κρίνει το χωριό
και τα Ντουναίηκα όλα.
Κι ο άντρας σου ο Παναγής,
και η Μέλπω η αδελφή σου.
Όλοι ας μου κάνουν 'φορεσμό
ας με πλανέψουν φόλα..
Εγώ γεννήθηκα στην γης
μόνο για το φιλί σου.
|
Κουτσομπολόϊ
Κακό συνήθειο τώχετε
'σείς οι γεροντοκόρες,
μες το χωριό άλλη δουλειά
δεν έχετε να κάντε,
παρά να κουτσιομπόλετε
τι κάνουν οι άλλες κόρες,
με ποιον επήγαν την βραδιά
και δώστου κουσ' και χάϊντε.
Τώχουν και οι χήρες τούτο εδώ,
λίγο πολύ ντριβέλι.
Σαν απολείψει ο γανωντζής
οι χτισται οι γυρολόοι,
τότε οι καημένες στο χωριό,
-μελίσσια απ' το κουβέλι,
βγαίνουν και παν' στης αλληνής
για το κουτσιομπολόϊ..
|
Ο Βλαχοθωδωρής
Αϊντε ορέ Βλαχοθωδωρή
είσαι διαβόλου φάρα..
Μπελάδες βάζεις στο χωριό
κι αναποδιές μ' ατσάλι.
Οπώβρεις τσιούπα μοναχή
ελεύθερη ή ζευγάρα,
την ξελογιάζεις στο λεφτό
και της γλεντάς τα κάλλη.
Αναθεμά τα μάτια σου
και τα καμωματά σου.
Σιώγαμπρος! ήρθες στο χωριό
-τον κόκορα μας κάνεις!
Πάψε πια τα γινάτια σου,
πολλά τα κριματά σου
Θα δώσεις λόγο στο Θεό,
μια μέρα σαν πεθάνεις.
|
Τα παρατράγουδα
Βασίλω κόρη του Βρανά,
μοναχοδυχατέρα
που σ' έχει η μάνα σου ακριβή
τ'αδέρφια σου χαϊδιάρα.
Πέσε μου χθες στον Αϊλιά
τι έκανες όλη μέρα?
Με το βοσκόπουλο του Μπαλή
στου πουρναριού την κλάρα?
-Συ κοίτα το κονάκι σου!
κυρά με τις αδράχτες,
κι αν θες ακόμα να σου πω,
κοίτα την αφεντιά σου!
Μηδά το φουστανάκι σου
πήδηξε λίγους φράχτες?
Η λές δεν ξέρει το χωριό
τα παρατραγουδά σου..
|
Τα Προξενιά
Κυρά Μαγδάλω θα στα πω
στα μπούνια μ' έχεις φέρει
μ' αυτή την δυχατέρα σου
και να μου την παινεύεις.
Κοίταξε αλλού να βρεις γαμπρό
δώστης καν' άλλο ταίρι.
Με με' χάνεις την μέρα σου
και τζάμπα με παιδεύεις.
Ας έχει η κόρη σου λεφτά,
και γιούκους στην αράδα
Κι ας είν' στην χώρα η πιο χρυσή
και μ' ομορφιά μεγάλη.
Πως να στο πω δεν μου φτουρνά
έχ' άλλη φιλενάδα!
Θα την επάρω ας είν' φτωχή
Θάχω ήσυχο κεφάλι..
|
|
Τσοπανοπούλα του Αϊλιά
Τσοπανοπούλα του Αϊλιά
και του Βαρλάμη ρούσα
Απόψε θάρθω να σε βρω
κει πώχεις την κοπή σου,
Τέτοια στιγμή στην ερημιά
καιρό την καρτερούσα,
να σ' εύρω μόνη στο βουνό
να πάρω το φιλί σου.
Μην μου κακώσεις βρε Μαριώ
κι ας είσαι αραβονιάρα
του Φέρμελη, στο λέω κοφτά
με όρκο και με πάθη.
Να μείνεις μόνη στο βουνό
τώχω βαριά κατάρα
Θα κοιμηθούμε αγκαλιά
κανείς δεν θα το μάθει..
|
Της Χήρας Δυχατέρα
Βρε τι κι αν είσαι η μοναχή
της χήρας δυχατέρα
κι έχεις τον θειο στον Καναδά
κι αδέρφια στην Αθήνα?
την παρασύκωσες πολύ
την άσπρη σου τσεμπέρα
και περπατάς καμαρωτά
σα νάσαι η βουλευτίνα..
βγαίνεις σαν ξένη την αυγή
στη βρύση νερολάτης.
Σαν ξένη πας στην εκκλησιά
κι ούτε γιορτή σε βλέπει.
Θαρρείς πως είσαι η ακριβή
και του χωριού κορφιάτης,
θαρρείς πως είσαι η παναγιά
..Μ' άλλα να πω δεν πρέπει.
|
ο Κολοκοτρώνης
Αντίκρα στην Τροπολιτσά ψηλά στην
βουνοτέντα,
κάθεται κει ένας Γραικός μονάχος στο κοτρώνι..
Κοιτάει πέρα την Τουρκιά και μόνος εκουβέντα.
Είναι των σκλάβων ο αρχηγός τον λέν Κολοκοτρώνη.
Βγήκε στην ράχη για να δει ο "γέρος" τους αγάδες.
Το πως γλεντούν και χαίρονται.. κι ήρθε η στερνή τους ώρα!
Αύριο σαν έρθει η χαραυγή θα βρει τους τουρκαλάδες
σαν γιδερά να σέρνονται, θα ξεπαστρέψει η Χώρα.
|
το Εικοσιένα
Βαρούν τουφέκια στα βουνά
γλεντοκοπούν στις ράχες.
Πανηγυριάζουν στα χωριά,
έπαψαν πια οι μάχες
Η λευτεριά 'πλωσε φτερά
πέρα για πέρα στην Γραικιά..
Ζήτω το Εικοσιένα!!
|
Μοριά λεβενταρώνα!
Εσύ που πας στα πατρικά
τα χώματα καημένε,
χαιρέτα μου τα γονικά,
τ' αδέλφια τα ξαδέλφια,
τις θειές και τα μπαρπάδια μου
κι όλους τους Μοραϊτες.
Τα λέβεντόκορμα βουνά
τις κρουσταλοβρυσούλες,
και τις απόσκιερες πλαγιές
τα κλέφτικα λαγούμια.
Και πέστους ένα τσάμικο,
λεβέντικο τραγούδι
ένα τραγούδι του Μοριά,
που να μιλά γι' αρμάτες,
για φουστανέλα για σπαθιά
γι' αρματολών λημέρια.
Για δόξες για παλικαριές,
για νίκες στο Βαλτέτσι..
Στου Λάλα στην Τροπολιτσά
στα Δερβενάκια πέρα.
Γιάσου χαρά σου αθάνατε
Μοριά λεβενταρώνα!..
|
Βουνοκορφούλες
του χωριού
Βουνοκορφούλες του χωριού
κι' αντικρινές μου του σπιτιού,
της μάνας μου γλυκές φελάχες
χιλιοτραγουδισμένες ράχες!
Στις στράτες σας η δόλια γνεύει
πάντα για μένα αγναντεύει,
μη και φανώ απ' την ξενιτιά
θολή της μάνας η ματιά..
όποιον ειδεί να ξαναφάνει λεει
να το παιδί μου που έρχεται και κλαιει..
Βουνοκορφούλες κι' άγια Νάννα μου
μηνύστε πέρα εφτού στην μάνα μου,
πως γρήγορα θα 'ρθω κοντά της
και να χωθώ στην αγκαλιά της.
|
Προσμονή
και λήθη
Χαροκαμένη αυλόπορτα,
κι αργόθωρη η ματιά,
παλιάς λιανότρεμης ελπίδας
πλανά το δειλινό
-πικρή κατάνυξη-
σ' ένα στερνό χαμόγελο,
στον γυρισμό..
Κι' ως να'τανε ο χαμός πανήγυρη,
κι ο θανατάς κανισκιοφόρης,
ήρθε το ξέφραγο παράπονο,
και γλεντοκόπησε τ'άσπρα μαλλιά,
μες την στερνή την γλυκερή την ώρα,
μες το κατάλοιπο της ροζιασμένης προσμονής,
διαφέντεψε η απόγνωση την λήθη,
και ήρθε το σούρουπο..
|
Δυο τραγούδια αφιερωμένα στην γυναίκα μου γραμμένα τα Χριστούγεννα το 1988
η Κυρά των αηδονιών
Λέω να βρω καιρό
και να μετρήσω την ηλικία της θάλασσας
από το βάθος των ματιών σου!.
Στα πέντε Σου δάχτυλα, στιγμή - στιγμή,
δάκρυ το δάκρυ να κάτσω να συλλογιστώ
τον ανθρώπινο πόνο ανά τους αιώνας!.
Κι' επειδή ο θεός και τ' αστέρια του έδωσε
ένα - ένα και με τάξη απλή,
να ζωγραφίζουν στο κάθε Σου βήμα
μικρές παναγιές που ανασταίνονται, λέω:
Tα μακρινά ηρωικά βουνά της Αρκαδίας μου,
με χίλια μύρια χρώματα, με δυο στρατιές αγγέλους,
Σου στέλνουν δώρο στην γιορτή Σου ένα κομμάτι
ηλιοβασίλεμα να το κρεμάσεις στον λαιμό Σου!
Κι' επειδή στ' Oντάριο οι μήνες είναι σκληροί..
Tα καραούλια απ' τις ψηλές τους τις κορφές
στο Καρδαρίτσι: Ο 'Αγιος Γεώργιος,
η Αγία Παρασκευή μαζί κι' ο 'Aγιος Κωνσταντίνος,
Σου στέλνουν γράμμα και γραφή,
μαζί κι' ένα ματσάκι δεντρολίβανο να το κρατάς
στον κόρφο Σου να μην Σε πιάνει αβάσκαμα.
Κι' επειδή εγώ, και τους χρόνους εβασάνισα.. Λέω.
Είναι καιρός τον εαυτό μου να γυρίσω πίσω
να του διδάξω ανάγνωση και γραμματική,
ώστε να μπορεί σωστά, να συλλαβίζει το όνομά Σου!
Μικρή κυρά μου αναργιανή, κυρά των αηδονιών
της πετροπούλας και του κότσυφα! Kυρά του νου,
της όσφρησης και της αφής, θα με περιμένεις;
κι' εγώ το καρτερώ, να πάει η ώρα δώδεκα
να πάει το μεσημέρι!...
Κυρά μου καπετάνισσα
Κυρά μου καπετάνισσα κυρά,
σε βλέπω με την ρόκα σου να σαλαγάς τ αρνιά,
κειδά στις ράχες τις ψηλές στο Καρδαρίτσι!
Κι εγώ σου το βοσκόπουλο,
την προσευχή να κάνω
για σε τον τσάμικο!. Κυρά.
Να σου πηδώ απ το 'να βουνό
στ' άλλο να φέρνω φούρλες,
και με του Ζάχου την φωνή
να σου λέω την "Βοσκοπούλα"...
Κι εσύ κυρά η Κιτσιαρέλαινα
να σου χτενίζει τα μαλλιά
και η παναγιά να σου φοράει γιορντάνια.
Κι εγώ ζωσμένος τ' άρματα
ν' αστράφτω!
ο αστραπόγιαννος κυρά
στην χρυσοπλούμιστη
την φορεσιά του γέρου μου Κολοκοτρώνη!
Να πάμε μέρα του βαγιού
στην εκκλησιά του Αϊ Νικόλα!.
Και σαν πιο κει πιο ύστερα,
σαν έρθει εικοσιδυό Νοέμβρη,
να πάμε πάλι να γιορτάσουμε
τα δεκαοκτώ μας χρόνια παντρεμένοι,
και νάχουμε τον παπαβασίλη στο Eυαγγέλιο...
|
|
|