Καινούρια   και    Παλιά..  (Ιούλιος 2011)
ο ΕλληνισμόςSince 1996 της Διασποράς
Προηγούμενη σελίδα Κεντρική σελ. της Ενότητας Επόμενη σελίδα
...αλλά ο Οδυσσέας ποθεί ακόμη και καπνό μονάχα της πατρίδας του να δει να πετιέται προς τ' απάνω κι ας πεθάνει... (Οδύσσεια, α, στ. 57 κ.π.)
   
LAND of GODS:
Ενότητες, Ανθολογίες
και άλλα..

  •  ΠρώτηΣελίδα 

  • Τα δικά μου γραψίματα και άλλα..

  • τρισαγαπημένη Αρκαδία

  • Αλφαβητικό Ευρετήριο

  • Ελληνική Λογοτεχνία

  • Οδυσσέας Ελύτης

  • Οι Ποιητές στο διαΔίκτυο

  • Γιάννης Μακρυγιάννης

  • Θεόδωρος Κολοκοτρώνης

  • Newspapers and more...

  • το περιοδικό "Έλα να δεις"

  • στην ΑΚΡΗ του ματιού..

  • ποιήματα τα αγαπημένα

  • Νεοελληνική Πεζογραφία

  • Ανθολογίες της EELSPH

  • Κριτικές Αναλύσεις

  • Δελτίο τύπου

  • το Ποίημα της ημέρας

  • ο Στίχος της ημέρας

  • Αρκαδική Ανθολογία

  • ο Ελληνισμός της Διασποράς

  • LAND of GODS ...FTP... κ.α.

  • Βιβλία και Αφιερώματα

  • τα ΔΕΚΑΧΡΟΝΑ 1996 - 2006

  • youTube SlideShows

  • Καρδαρίτσι / Φωτογραφίες

  • Μηνύματα και επιστολές..

  • Οδοιπορικό στο Καρδαρίτσι

  • το Δημοτικό τραγούδι..

  • Καπνόν Αποθρώσκοντα


  • Γιάννης Καλπούζος: «Γι' αλλού ξεκίνησα κι αλλού κατέληξα»

    Συζητάμε με τον βραβευμένο με το βραβείο αναγνωστών 2009, Γιάννη Καλπούζο για την καριέρα του, το βιβλίο του «Ιμαρέτ: στη σκιά του ρολογιού» αλλά και για τα σχέδιά του. Δε δίστασε ν' αποκαλύψει τα συναισθήματά του κατά τη συγγραφή του βιβλίου, «... έκλαιγα μέχρι την πέμπτη ανάγνωση».

    της Δήμητρας Χαλάλ

    @: Θα ήθελα να ξεκινήσουμε με τη μέχρι τώρα καριέρα σας. Καταρχάς, πρέπει να πούμε ότι έχετε τρεις ιδιότητες. Είστε στιχουργός, πεζογράφος και ποιητής. Στο παρελθόν είχατε δηλώσει πως αισθάνεστε πάνω απ' όλα ποιητής. Ποιο είναι αυτό το στοιχείο που σας κρατά τόσο δεμένο με την ποίηση;

     

    Γιάννης Καλπούζος: Οι στιγμές της δημιουργίας, οι οποίες είναι αναντικατάστατες και μεγαλειώδεις. Εκείνες τις στιγμές, το ιερό πυρ, η θεία μανία, το κατακλυσμιαίο συναίσθημα με κυριεύουν κι όπως αισθάνομαι και λέω, γράφω κάτω από συνθήκες ενσυνείδητης παραίσθησης- χωρίς παραισθησιογόνο. Δεν έχω δοκιμάσει ποτέ στη ζωή μου. Αυτές, λοιπόν, οι στιγμές είναι ανεπανάληπτες για κάθε δημιουργό, τουλάχιστον για μένα είναι, και γι' αυτό προκρίνω από κάθε άλλη στιγμή δημιουργίας, είτε πρόκειται για το στίχο ενός τραγουδιού, είτε για ένα μυθιστόρημα. Θεωρώ ότι οι στιγμές της δημιουργίας της ποίησης ξεφεύγουν πολύ πιο πέρα κι ο δημιουργός, κατά κάποιο τρόπο, υπερβαίνει τον καθημερινό του εαυτό και βρίσκεται στο ποιητικό στερέωμα.

     

    @: Έχετε γράψει τραγούδια, όπως το « Ό, τι αγαπώ είναι δικό σου», το «Γιατί πολύ σ' αγάπησα», το «Δέκα μάγισσες». Η στιχουργική τι σημαίνει για σας;

     

    Γ.Κ.: Γενικότερα, σε ό, τι αφορά τη ζωή μου και την είσοδό μου στον κόσμο της γραφής, τα πράγματα έγιναν λίγο τυχαία. Ξεκίνησα, γράφοντας στίχους και χρησιμοποιώντας τους ως ερωτικό ελιξίριο, ένα ερωτικό παιχνίδι δηλαδή, και στη ζωή μου βρέθηκαν άνθρωποι, οι οποίοι με προέτρεψαν να ασχοληθώ πιο σοβαρά. Κάπως έτσι ξεκίνησα να γράφω στίχους τραγουδιών, το οποίο, χωρίς να είναι δική μου πρόθεση, λειτούργησε ως άσκηση και μαθητεία μέχρι να περάσω στη λογοτεχνία. Μεγάλες συγκινήσεις, ειδικά τα πρώτα χρόνια που γίνονταν κάποια τραγούδια επιτυχίες, αλλά και πολλές στιγμές απογοήτευσης, κυρίως από τα άτομα του χώρου, καθώς απουσιάζει η παιδεία, η κουλτούρα.

     

    @: Θα σας ενδιέφερε να δανείσετε τα ποιήματά σας για στίχους τραγουδιών; Θεωρείτε ότι οι στίχοι των ποιημάτων είναι ισάξιοι με τους στίχους των τραγουδιών;

     

    Γ.Κ.: Υπάρχουν ποιήματα, που έχουν μελοποιηθεί με πάρα πολύ ωραίο τρόπο. Δε θεωρώ ότι ισοπεδώνεται η ποίηση όταν μελοποιηθεί, αλλά όταν δε μελοποιηθεί με τον τρόπο που της αξίζει. Έχει μελοποιηθεί μόνο ένα ποίημά μου, το «Λυγμών καρπός», όπου βέβαια στο ρεφραίν έγινε μια παρέμβαση, για την οποία εγώ δε συμφωνούσα. Θα ήθελα κάποια απ' τα ποιήματά μου να τα ακούσω μελοποιημένα, αν και το θεωρώ πολύ δύσκολο, γιατί ειδικά το «Παραμιλητό των σκοτεινών Θεών» και το «Έρωτας Νυν και Αεί» από τις εκδόσεις Ίκαρος είναι γραμμένα σε ελεύθερη γραφή, που δε νομίζω να προσφέρονται για μελοποίηση.

     

    @: Από το βραβείο αναγνωστών, τι πιστεύετε ότι αποκομίσατε;

     

    Γ.Κ.: Για μένα είναι ύψιστη τιμή το γεγονός ότι τα μέλη των λεσχών ανάγνωσης και οι λοιποί αναγνώστες ψήφισαν το «Ιμαρέτ» και το επιβράβευσαν με το βραβείο αναγνωστών. Αυτό το βραβείο ήρθε σαν αποτέλεσμα μιας ολόκληρης προσπάθειας που είχα κάνει. Έκανα γύρω στις 40 παρουσιάσεις σε όλη την Ελλάδα και θεωρώ ότι χάρη σ' αυτό σε μεγάλο μέρος υπήρξε στήριξη και του βιβλίου μου. Εκείνο που προσέφερε το βραβείο αναγνωστών είναι μια θεαματική αύξηση στις πωλήσεις, από τις 14.000 που ήταν το Δεκέμβρη έφτασε τρεις μήνες μετά τις 28.000. Έδωσε την ευκαιρία να το γνωρίσουν πολλοί περισσότεροι αναγνώστες κι αυτό είναι που εισπράττω εγώ.

     

    @: Υπήρχαν άτομα που σας αμφισβήτησαν όσον αφορά το είδος του βιβλίου, καθώς είναι ένα ιστορικό-κοινωνικό μυθιστόρημα, και να σας προέτρεψαν να επιλέξετε ένα άλλο είδος;

     

    Γ.Κ.: Η αλήθεια είναι πως το κείμενο αυτό δεν το είχα δείξει πουθενά. Δε συνηθίζω να δείχνω τη δουλειά μου πριν κυκλοφορήσει. Οι πρώτοι, που το είδαν, ήταν στον εκδοτικό οίκο και το πίστεψαν ευθύς εξαρχής. Βέβαια, τον πρώτο καιρό που κυκλοφόρησε, κυριολεκτικά ελάχιστοι- ίσως ένας ή δυο, να είπαν κάποια πράγματα, που κι ο χρόνος και οι αναγνώστες το διέψευσαν.

    @: Όσον αφορά το «Ιμαρέτ: στη σκιά του ρολογιού», ποια ήταν η πηγή της έμπνευσής σας;

     

    Γ.Κ.: Στην πραγματικότητα, γι' αλλού ξεκίνησα κι αλλού κατέληξα. Αυτή ήταν η ιστορία ενός πρόγονού μου το 1823, μετά την έξοδο του Μεσολογγίου. Ένα παιδάκι δεκατριών ετών, που το συνέλαβαν οι Τούρκοι και το έφεραν στην Άρτα, όπου εξαγόρασαν την ελευθερία του οι καλόγεροι της Μονής Κάτω Παναγιάς και στη συνέχεια, ύστερα από χρόνια, βρέθηκε στα ορεινά της Άρτας, στα Τζουμέρκα. Γνωρίζοντας αυτή την ιστορία της οικογένειας, άρχισα να ψάχνω τις χρονολογίες αυτές και να ερευνώ το γενεαλογικό δέντρο, όπως πολλοί άνθρωποι κάνουν, αλλά με πιο συγκροτημένο τρόπο. Άρχισα να αναζητώ, δηλαδή, την τοπική ιστορία της Άρτας, κι όταν ανακάλυψα αυτό το πολυφυλετικό και πολυπολιτισμικό περιβάλλον, όπου ζούσαν Έλληνες, Τούρκοι κι Εβραίοι, διαπίστωσα ότι μου έδινε την ευκαιρία να γράψω για όλα όσα με ενδιέφεραν, όπως θέματα συνύπαρξης, φιλίας, φανατισμών και τι σημαίνουν όλα αυτά. Εκεί γεννήθηκε η ιδέα να γράψω ένα αστικό μυθιστόρημα κι εγκατέλειψα το αρχικό μου πλάνο.

     

    @: Αισθανθήκατε ανασφάλεια μήπως κουραστεί ο αναγνώστης;

     

    Γ.Κ.: Αυτή ήταν η έγνοια μου ευθύς εξαρχής, κι όταν προχώρησε το βιβλίο κι όταν ολοκληρώθηκε, μήπως το κείμενο, περιέχοντας πάρα πολλά λαογραφικά και πραγματολογικά στοιχεία, μήπως βαραίνει, μήπως πλατειάζει. Προσπάθησα, λοιπόν, να το διαβάσω στην ταχύτητα που διαβάζει ένας αναγνώστης και πίστευα ότι δεν πλατειάζει. Όταν το παρέδωσα στον επιμελητή του εκδοτικού οίκου, μου είπε πως δε μπορώ να αφαιρέσω τίποτα. Συνεπώς, παρέμεινε στην αρχική του μορφή και χαίρομαι πραγματικά όταν μου λένε αναγνώστες πως δεν ήθελαν να τελειώσει.

     

    @: Ήταν μια χρονοβόρα κι επίπονη διαδικασία. Δαπανήσατε συνολικά τέσσερα χρόνια για την συγκέντρωση των στ οιχείων και τη συγγραφή του βιβλίου. Δε χάσατε στην πορεία το ενδιαφέρον σας;

     

    Γ.Κ.: Αυτό είναι και το δυσκολότερο μέρος της συγκεκριμένης δουλειάς, ειδικά όταν γράφει κανείς ιστορικό μυθιστόρημα. Το θέμα είναι να μπορεί να τιθασεύσει το υλικό του και να το εντάξει λειτουργικά μέσα σε μια μυθοπλασία. Δε με κούρασε ποτέ. Ζούσα σε μια παράπλευρη πραγματικότητα. Πήγαινα στη Άρτα πολλές φορές και διαπίστωνα πως βλέπω μπροστά μου δυο πόλεις, την παλιά και την καινούρια και χαιρόμουν όταν μου έκαναν το ίδιο σχόλιο Αρτινοί αναγνώστες. Δέθηκα τόσο πολύ με τους ήρωες, που τους θεωρούσα υπαρκτά πρόσωπα. Θυμάμαι που είχε μπει ο γιος μου στο γραφείο κι έκλαιγα. Είναι η στιγμή του αποχωρισμού της Καλίλα με το Νετζίπ, όπου έκλαιγα μέχρι την πέμπτη ανάγνωση. Ο συγγραφέας φτάνει σε μια κατάσταση που αγγίζει τα όρια της τρέλας.

     

    @: Ο στόχος σας ποιος ήταν; Η προσέλκυση του αναγνωστικού κοινού ή η προσωπική ικανοποίηση;

     

    Γ.Κ.: Εκείνο που με ενδιέφερε ήταν να διαγωνιστώ στη ψυχή και στο νου των αναγνωστών, να φτάσει η δουλειά μου στους αναγνώστες και να κριθεί. Αυτός ήταν ο καημός μου, αυτή ήταν η έγνοια μου. Να μπορέσουμε, με άλλα λόγια να επικοινωνήσουμε μέσα απ'' τις σελίδες του βιβλίου.

     

    @: Αν σας ζητούσαν να αλλάξετε τον τίτλο του βιβλίου, είχατε σκεφτεί κάποιον άλλο;

     

    Γ.Κ.: Υπήρχαν αρκετοί τίτλοι, αλλά πολύ νωρίς είχα κατασταλάξει νοερά στο συγκεκριμένο, γιατί συμβόλιζε το ζήτημα της συνύπαρξης. Ένας άλλος τίτλος, που είχα στο πίσω μέρος του μυαλού μου, ήταν «Καλπάζοντας στα θερισμένα στάχια», που συμβόλιζε τη φιλία αλλά και την ελευθερία.

     

    @: Έχετε δηλώσει πως θαυμάζετε σαν χαρακτήρα τον παππού Ισμαήλ. Μέσα από ποιον ήρωα βλέπετε τον εαυτό σας;

     

    Γ.Κ.: Ο παππούς Ισμαήλ συγκεντρώνει όλα εκείνα τα στοιχεία των γερόντων, που εγώ γνώρισα μεγαλώνοντας στην Ήπειρο-όλη αυτή τη σοφία, που κατάφεραν να αποκτήσουν οι άνθρωποι στη ζωή τους σε μια καθημερινή σχέση με τη ζωή και το θάνατο, συμπυκνωμένη, βέβαια, σε έναν ήρωα. Πολύ θα ήθελα να ήμουν ο παππούς Ισμαήλ, αλλά η πράξη απέχει απ' τη θεωρία. Ελπίζω κάποτε να καταφέρω να προσεγγίσω τη σοφία του. Φυσικά είναι αυτά που πιστεύω, αλλά τονίζω η πράξη απέχει απ' τη θεωρία. Πολλοί με λένε στωικό άνθρωπο, αλλά εγώ ξέρω πως δεν είμαι. Βλέπω στοιχεία του χαρακτήρα μου σε πολλούς από τους ήρωες, κυρίως της νεότερης ηλικίας μου, κυρίως στα παιχνιδίσματα του Λιόντου, αλλά προτιμώ να ταυτίζομαι με τον παππού Ισμαήλ, μιας και προσεγγίζω πλέον εκείνες τις ηλικίες.

     

    @: Αν ήσασταν στη θέση του Λιόντου, θα είχατε τόσο στενή σχέση μ' έναν Τούρκο και μάλιστα σε περίοδο πολέμου;

     

    Γ.Κ.: Το πιο επικίνδυνο σε ένα τέτοιο μυθιστόρημα είναι να ωραιοποιήσεις μια εποχή. Δεν πιστεύω, σε καμία περίπτωση, ότι ωραιοποίησα την εποχή. Ό, τι γεγονός συνέβαινε, μέσα από μια μελέτη των αρχείων των υποπροξενείων που υπήρχαν εκείνη την εποχή, έχει καταγραφεί. Ο Μακρυγιάννης αναφέρει στα απομνημονεύματά του ότι έχει ένα φίλο, τον Ισμαήλ μπέη, ο οποίος τον φιλοξενεί και τον σώζει απ' τους κονιάρους. Σε καμία περίπτωση, δεν ωραιοποίησα την εποχή και πιστεύω πως υπήρχαν φιλικές σχέσεις.

     

    @:Οι Έλληνες, και κυρίως οι Ηπειρώτες, έχουν ακόμα απέχθεια προς τον Τουρκικό λαό;

    Γ.Κ.: Υπάρχουν δυο διαφορετικές καταστάσεις. Εγώ γνωρίζω ότι το 1999, που έγιναν οι μεγάλοι σεισμοί στην Τουρκία, ένα μεγάλο πραγματικά κύμα συμπαράστασης των Ελλήνων ξεδιπλώθηκε και φάνηκε η ανθρωπιά μας. Τότε, δεν υπήρχαν οι εθνικές διαφορές. Σαφέστατα, τα παιχνίδια της εξουσίας είναι εκείνα που διαχωρίζουν τους λαούς. Βέβαια, μάθαμε και την ιστορία μ' έναν τρόπο που διαχωρίζει τους λαούς, και δεν ισχύει μόνο απ' την πλευρά της Ελλάδας, αλλά και της Τουρκίας. Υπάρχουν πολλά πράγματα που δε γνωρίζουμε για τους Τούρκους. Όταν πρωτοήρθαν, για παράδειγμα, οι Τούρκοι στη Μικρά Ασία και ζούσαν περίπου δυο αιώνες με τους χριστιανικούς πληθυσμούς, κυκλοφορούσαν νομίσματα, τα οποία στη μια όψη είχαν αποσπάσματα του Κορανίου και στην άλλη ανάγλυφες παραστάσεις του σταυρού ή της Παναγίας.

     

    @:Ποια ήταν τα συναισθήματά σας όταν βρεθήκατε στη μουσική σκηνή Χαμάμ με την Τουρκάλα τραγουδίστρια, Dilek Kots;

    Γ.Κ.: Είχαμε συναντηθεί λίγο πριν στην τηλεοπτική εκπομπή, «Έχει γούστο», όπου κάποιος Έλληνας τραγουδιστής δεν ήρθε γιατί δεν ήθελε να εμφανιστεί με την Τουρκάλα, όπως δήλωσε. Και μάλιστα, είναι απ' τους καλλιτέχνες που θεωρούνται και προοδευτικοί. Ωστόσο, εμάς μας ωφέλησε πολύ, καθώς μας χάρισε όλη την ώρα κι ενώ η Dilek είχε έρθει προετοιμασμένη να πει μόνο τούρκικα τραγούδια, κατάφερε να πει κι ελληνικά. Όσον αφορά τη μουσική σκηνή Χαμάμ, ήταν δυο πολύ ωραίες βραδιές κι υπήρχε μια πολύ ωραία και ζεστή ατμόσφαιρα. Θυμάμαι κάποια στιγμή που τη ρωτάω πάνω στη σκηνή, το καλντερίμι από που βγαίνει κι εκείνη μου απάντησε με βεβαιότητα από το κάλντιριμ, που είναι τούρκικη λέξη. Της απάντησα, λοιπόν, κι εγώ πως είναι ελληνική λέξη. Είναι το λεγόμενο καλλιδρόμιον, τ' οποίο δανείστηκαν οι Τούρκοι και το έκαναν κάλντιριμ κι εμείς το επανεισάγαμε και το είπαμε καλντερίμι. Μέσα, λοιπόν, σ' αυτό το ευχάριστο κλίμα συμμετείχε και το κοινό, δείχνοντας τη συνύπαρξη, ειδικά σε τέτοιου είδους εκδηλώσεις.

    @: Κάτι τελευταίο που ήθελα να σας ρωτήσω είναι τα σχέδιά σας μετά το Ιμαρέτ.

     

    Γ.Κ.: Είχα ξεκινήσει από το Μάιο να γράφω ένα βιβλίο σχετικό κι αυτό με την Οθωμανική αυτοκρατορία, χρονολογούμενο σε παλαιότερη εποχή βέβαια, καθώς δεν ήταν πάντα ίδιες οι συνθήκες. Θέλω να δείξω πως όταν τα πράγματα είναι ανελεύθερα, η συνύπαρξη δεν παραμένει στην ίδια κατάσταση...

    Πηγή www.papaki.panteion.gr
    τα Κείμενα
  • Χαλίλ Γκιμπράν

  • Σόνια Ζαχαράτου

  • Ελλάς 1821 - 2011 190 χρόνια απόλυτης δανειακής τρέλλας!

  • Ντίνος Χριστιανόπουλος: Ένα περιστατικό με τον Θανάση Κυριαζή

  • 'Aγγελος Σικελιανός

  • Κριτικές Αναλύσεις πάνω στο Καπνόν Αποθρώσκοντα, την Χώρα των Θεών και άλλα...

  • Wonderful photos! YOU'VE BEEN MOONED!!!!

  • Παγκόσμια υπόκλιση σε Ελληνίδα βιολόγο!

  • Από την Σελίδα του Στράτου Δουκάκη: Σοφά κι Ανώνυμα...

  • Όταν..

  • 500 YEARS OF FOREIGN RULE IN GREECE

  • Το μυστικό που κανείς δεν μπορεί να φάει μόνο ένα πατατάκι

  • Η Ελλάδα του μπαρμπα-Κώστα φεύγει...

  • Γιάννης Καλπούζος: «Γι' αλλού ξεκίνησα κι αλλού κατέληξα»

  • Αρχαία Ελληνική Επιγραφή ..του 267 π.Χ

  • Φανή Αθανασιάδου Λογοτέχνης-Ποιήτρια

  • Ο Βιολιστής χωρίς ετικέτα

  • Νίκος Καλογερόπουλος "Ο τρελός του σινεμά

  • Γιάννης Μετζικώφ: Χάζευα επί ώρες το πανωφόρι ενός ζητιάνου

  • Ελένη Καραΐνδρου - Η Ωραία Ελένη της μουσικής

  • Ρούλα Ιωαννίδου Σταύρου: STAGIONI IN CHAI-KU

  • Με τη Χρυσή Πένα τιμήθηκε ο Οδυσσέας Πλατύρραχος

  • Τσιφόρος Νίκος: Το Μεγάλο Παιδί Της Πιάτσας

  • Athanasiadis Sakis Ποίηση-Στίχοι για Μελοποίηση

  • Rock Wonders of the World

  • Στην Αναζήτηση Ενός Ποιήματος Μετά 40 Τόσα Χρόνια..

  • Το μήνυμα του GEORGE CARLIN

  • Η δασκάλα που έβαλε την ελληνική γλώσσα στο Μπρονξ

  • Hans van de Vorst

  • το Φαρμακείο του Θεού