τα ΜΙΚΡΑ ενθυμήματα..
    
Αφιέρωμα στον Κώστα Τζάρα
Click to download the main image download main image Click to download the main image
ΦΩΝΕΣ

Α

Χαμηλωμένα σπίτια, δοκάρια εγκαταλειμμένα αργοσβήνουν ολόγυρα οι αυλές που κουβαλούν γαλάζιες αστραπές παιδιάστικες στεγνός περίβολος ναού στο ύψος της στράτας που κατρακυλά ίσαμε το περιτείχισμα λίθινων σκουριασμένων βράχων πάνω από επικίνδυνη χαράδρα.

Η νύχτα όλο ξεμακραίνει από τότε αποχωρίζεται αυθόρμητα την ουσία της αγριεμένη από τραγική αφετηρία ευνοημένη κατάληξη ευτυχίας μέχρι να οριστεί το μάκρος και το λάθος της έννοιας ευδαιμονία ως πέπλο νυφικό παρατημένο αφού πρόφτασε να καρπίσει ο όλεθρος. Η νύχτα όλο ξεμακραίνει από τότε- και ξέχασα πως έμπηξα τα δάχτυλα στο σώμα δίχως να σπάσω ούτε στιγμή κι ακόμα πως ξεμύτισε γελώντας, θρηνωδώντας η αυγή από αντικρινά βουνά στο δάσος.

Β

Ήταν περίπου τέσσερις το απόγευμα άδολοι ταξιδιώτες στο ανοιχτό πέλαγο χαζεύαμε τους γλάρους που γκρεμίζονταν μαζί με τα οράματά τους.

Πίνουμε γύρω από το ξύλινο τραπέζι ευχόμαστε ο καθένας το δικό του αναγνωρίζουμε τα' ανεπανάληπτο της ομορφάδας και της ώρας- δίχως βλέμμα αγάλματα στιγμές πέντε έξι είμαστε αθώοι, υπόλοιποι ένοχοι στο σύνολο συντρόφοι. Έτσι ο χειμώνας επιμένει να ξαπλώνεται θαρρείς και κάθε άφιξή του τον παρουσιάζει πιότερο ταλαιπωρημένο από πριν συνέχεια δακρύζει κι αμαυρώνεται πενθά την άμοιρη υπόστασή του γιατί αλήθεια μονάχα εγώ θρηνώ τον άστοργο εαυτό μου. συνέχεια