Έκυπτεν επί τού μπιλιάρδου η Καρυάτις.
Ξέχειλοι οι γλουτοί απ' το παντελόνι.
Μιγάδος σάρξ, να μήν νοής τι πράττεις
τή στέκα επιμελώς να παρακάμψης
στό σέξυ θέαμα να ανακάμψης...
'Aχ, πώς χτυπιέμαι μιά στη σφύρα μιά στ' αμόνι !
"Τού ζητιάνου
το κόκκινο παλτό"
Τού ζητιάνου τό κόκκινο παλτό
τήν προσοχή μου απέσπασε, σπανία
η ποιότης καί κομψότης εν αυτώ
καί τούτο άς μή φανή διόλου αστείον
Ντιόρ θύμιζε οίκον εκ Παρισίων
καί γκόμενες εν περισσή ευμορφία...
...κορίτσια πού τά λένε μαννεκέν
κι' από τάς πορτοφόλας να εξαυλώνουν
- δεόντως έχουν μάθει - τόν μπερντέν
χοντροματσών κυρίων γηραλέων
οπού μετά τών επισήμων των θηλέων
νά σεργιανούν εις τάς μπουτίκ δέν σώνουν.
Στά σίγουρα θά ήταν το παλτό
μοναδικό κομμάτι από Παρίσι.
Από ύφασμα φαινόταν καμηλό
κι' ιδέα μού'χε μπεί με εμμονή
ποιός έδωκε "τα όσια τώ κυνί"
ποιός ευεργέτης τώ επαίτη είχε χαρίσει
Τό κύκλωμα είχε άλλη χροιά.
Ναί, όντως είχεν εισαχθεί εκ Γαλλίας
γιά τη Μαδαγασκάρη δωρεά
μαζί με ρούχα καί φορέματα παληά
σόρτς, φούστες, παντελόνια καί βρακιά
διά μέσου της Κοινωνικής Προνοίας
Πλήν σύν τώ χρόνω τινών αλλαγών
υπέστη η αρχική ευεργεσία
αγνοώ το τί συνέβη καθ' οδόν
κι' η δωρεά σέ μπάλλες δύο κυβικών
διενεμήθη πέντε σέντσια το κιλόν
κι' εξεπωλήθη εν συμβολική αξία
Ούτω πως κονομήθη παλτουδιάν
ο ζητιάνος με την επαιτεία
καί τώρα με σαράντα υπό σκιάν
πού λούζει τη με ιδρώτα ποταμόν,
γλίτσα καί σμίγμα οξέων πνιγηρών,
πού'σαι Σανέλ να πής "Ώ Μάμα μία" !!!
Ζείρων
"Μάς
το θύμιζαν"
Αυτές οι πέτρες μάς τό θύμιζαν
αυτά τά μάρμαρα τής μνημοσύνης
καθώς τρίβονταν πάλλευκα
στίς αμμουδιές της ψυχής μας
Τής ίδιας μάνας Αττικής μέλι
τών ίδιων φιλότιμων πεύκων πληγές
οίνος προελεύσεως η ΕΛΛΑΣ
στό συμπόσιο τής θύμισης
Πανός αυλός η ίδια φλογέρα
τών βουκόλων η ρέμβη
πάθους ποτάμι η λύρα
στών παρθένων τά στήθεια
Θυμάρι στούς λόφους ο έρωτας
γλαυκό Αιγαίο ο πόθος
τού Πλάτωνα η εληά δεσπότης
στήν Ιερά οδό τών απογόνων
Αυτά τ αστέρια μάς τό θύμιζαν
μέ τών προγόνων τά ονόματα
διαμάντια καθώς άστραφταν
στίς αμμουδιές τής ψυχής μας
Ζείρων
Στή χουρμαδιά
Πίσω απ' το μπάρ στή χουρμαδιά
χτένιζε τα μαλλιά της
όμορφη κόρη με βυζιά
στητά γιά φορεσιά της
Κάτω απ' το τροπικό το φώς
έλαμπε το κορμί της
ίδιος της χουρμαδιάς καρπός
γλυκόλαλη η φωνή της
"Έλα ξένε διψασμένε
κοροσόλι το φιλί μου
οδοιπόρε φλογισμένε
τρείς δεκάρες το κορμί μου
Έλα ξένε ξάπλωσέ με
χουρμαδιάς κλαδιά το στρώμα
πάρε με ταξίδεψέ με
κι' έλα παίξε με ως το γιόμα"
Ζείρων
Τό νερό της Κασταλίας
Τό νερό της Κασταλίας
στάσιμο δέ μένει
πίσω δέν πηγαίνει
Τό νερό της Κασταλίας
Απολλώνια γνώση
σ' όποινε το νοιώση
Τό νερό της Κασταλίας
απ' τη μάνα Φύση
έχει ξεπηδήσει
Τό νερό της Κασταλίας
Έλληνες ποτίζει
Έλληνες καρπίζει
Τό νερό της Κασταλίας
πρόσμειξη δέν παίρνει
κι' ούτε βολοδέρνει
Στό νερό της Κασταλίας
στών Δελφών τή ράχη
η Ελλάς μονάχη
Τό νερό της Κασταλίας
βάρβαροι κι' άν πίνουν
βάρβαροι θα μείνουν
Τό νερό της Κασταλίας
ρεί φιλοσοφία
κι' οχι αμαρτία
Τό νερό της Κασταλίας
μόνο των Ελλήνων
στόχος επ' αμείνων
Το νερό της Κασταλίας
γενναιοφροσύνη
όχι (β)ρωμιοσύνη
Το νερό της Κασταλίας
στέλνει Παρθενώνα
μήνυμα στόν αιώνα
Τό νερό της Κασταλίας
είν' ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
όχι θεοδουλεία
Ζείρων