Της δύσης κόκκινο ήτανε το χρώμα
σαν τότε πού �μουνα παιδί,
ακόμα θυμάμαι εκείνη την εικόνα
γεμάτο λούλουδα εκείνο το στρατί.
Σαν όνειρο ήταν τότε
εκείνη μου η ζωή,
και τώρα κάθομαι και γράφω
σκυμένη στο χλωμό χαρτί.
Διαμάντια οι αναμνήσεις
σαν σύννεφα π' αργοκυλούν,
τα πέλαγα τα χρυσωμένα
για όνειρα περαστικά μιλούν.
Ημουν στη γειτονιά εκείνη
με ανθισμένες τις αυλές,
τώρα με χαρακώνει η δύνη
για κείνες τις παλιές στιγμές.
Σαν φαντάσματα στριφογυρίζουν
του παλιού καιρού όλα εκείνα,
και την καρδιά μου αγγίζουν
της γλάστρας που άνθιζαν τα κρίνα.
Αγριος βοριάς τώρα με δέρνει
μπρός στο παραθύρι, στο μυαλό,
πίσω πρόσωπα μου φέρνει
που άλλο δεν ζούν στο κόσμο αυτό.