1996    2008
    
Έλληνες ποιητές και συγγραφείς στο διαΔίκτυο

  • Οδοιπορικό
    στο Καρδαρίτσι

  • τα Δημοτικά

  • ο Κολοκοτρώνης
    και το '21

  • Τραγούδια
    για την ξενιτιά

  • Τραγούδια
    στη γυναίκα μου

  • Συνομιλώντας -τότε- με
    τον 20χρονο εαυτό μου

  • τα Τραγούδια μου

  • στο Πρώτο ψίθυρο
    της εφηβείας

  • Γράμμα στον 'Ελληνα
    της Διασποράς


  • Επόμενη Ενότητα..
    Ακολουθείτε το τόξο για την επόμενη ενότητα
    Προηγούμενη Ενότητα..
    Η χαμένη μας Hiroshima
    Προηγούμενη  σελίδα Κεντρική σελ. της Ενότητας Επόμενη  σελίδα
    ηλεκτρονικό περιοδικό
    Λογοτεχνίας και πολιτισμού
    λα να δεις...
    ΠρώτηΣελίδα


    Η χαμένη μας Hiroshima

    Αφημένη στην ημπώρεια της θύμησης
    η ψυχή μας ατενίζει τα σεληνόφωτα περβάζια
    όπου το βάπτισμα πυρός γευτήκαμε,
    κ' ύστερα ήρθαμε εδώ να θεμελιώσουμε τον άμβωνα
    της χαμένης μας Hiroshimas.

    Γιατί όταν η δίψα συνοδοιπόρος γίνει στον καημό σου,
    Κι όταν ο πόνος σου κατασταλάξει σίδηρο.
    Περνάει ψηλά, πέρα από την Hiroshima ο πόνος σου
    και γίνεται όνειρο, και γίνεται πραγματικότητα.
    κ/δ



    Δεν γίνεται αλλιώς

    Δεν γίνεται αλλιώς, και η αγάπη μας διακλαδώνεται
    στο πρώτο αστέρι μικρής αναβάσεως.

    Χειροκροτείτε παρακαλώ,
    και μην αφήνετε τους ανθρώπους μόνους!

    Εγώ σας σκέπτομαι,
    εσείς αγαπάτε τα λουλούδια;

    κ/δ
    Η έβδομη παράσταση

    Ναι, πότε θα 'ρθει
    την άδεια μας ψυχή, ν' αφήσουμε
    στης μέθεξης το γλυκερό λουλούδι,
    και να ρουφήξει Απριλομάγιασμα,
    και ρόδινο νερό,
    και ν' αϊτωθεί στην έβδομη παράσταση,
    που χλιμιτράν τ' αλόγατα
    και το εικοσιάχρονο κορίτσι,
    λάγνο που ψέλνει τον ανθό στον κόρφο του..

    Πότε θα 'ρθει
    να πάρει πύρσωμα η ανέμη μας,
    και να βιγλίσει στον περίγυρο
    την υπαρξή μας.

    Ν' αλαφρωθούν τ' ανάριχα τις παραισθήσεις,
    και να βυζάξουνε χειροπιαστά την σμίλη τους,
    και να χορτάσουν 'λιόγιορτο κι ανθέμι την ψυχή τους..

    Πότε, πότε θα 'ρθει
    να κάνουμε το διάγραμμα στροφής
    στην έβδομη παράσταση;

    κ/δ

    Γλυκόπιοτο τρελό

    Γλυκόπιοτο τρελό, της νιότης το λαγήνι, μας κάλεσε πρωτόγνωρα να δώσουμε, σταλάζει του μενεξεδιού κι ανεμοπύρωμα της νίκης.

    Να δέσουμε ανθέμι δάφνινο στου ήλιου τον λαιμό, και στ' ουρανού μας τ' όνειρο πραγματωσύνη τον παιάνα .

    Ήρθε ο καιρός που ο αϊτός θα μπήξει την εκδίκηση στο πέτρινο κλουβί του.

    Στης γης το δακτυλίδι, θα στροβιλίσει ο έρωτας λεβεντοτσάμικο χορό, κι ο Πάνας ο ανοικτοπόδαρος την βλάστρινη κορομηλιά θα βάλει στο κανίσκι του, μετρώντας τους σφυγμούς ανάλογα με την παράσταση.

    Αυτή την νύκτα αργοψένεται ο πρώτος και ο τέταρτος αναπαμός. Αύριο περιμένουμε να δούμε την πανσέληνο. Αύριο περιμένουμε την νίκη.

    κ/δ
          
          



    Πικρία η λέξης θύμηση

    Πικρία η λέξης θύμηση.
    Η απαντοχή ξεκλήρισε
    τ' αθώο λουλούδι,
    στην πρώτη μέρα,
    πάνω στον χρόνο.
    Στον πρώτο Απρίλη,
    πάνω στον ήλιο.

    Στο πάνωχείλι
    της μικρής πνοής,
    μαράθηκε το πρώτο όνειρο.
    Στο πανωχείλι
    της μικρής αγάπης,
    στεριώθηκε ο χαμός της νιότης.
    κ/δ
    Ηρθε ο καιρός

    Ήρθε ο καιρός, να παρατήσουμε την χίμαιρα . Στον κόσμο τον πλατύ, σ' ωμή πραγματικότητα μπροστά να βγούμε, και να δώσουμε την απολογία μας . Ήρθε ο καιρός, σ' εν' άδειο ασκί, να βάλουμε την πίκρα μας. Και πέρα στην ακρογιαλιά να πάμε ν' αλμυρίνουμε τον πόθο μας. Ήρθε ο καιρός να ξεσελώσουμε πάνω απ' τα φύλλα της ναρκίσσου. Να πάρει η σκέψη μας φτερά, και να πυρσώσει τ' όνειρο στην κόχη τ' ουρανού, να 'ρθεί ο ήλιος καυτερός να δώσουμε μονομαχία Να βγει ακέραια η νίκη μας, να λάμψει η γη τη νίκη μας, να βρούμε αναπαμό.
    κ/δ


    Στιγμή και πάθος
    Φούσκωσε της αυγής το κλάμα, καταντικρύ στη ματωμένη τρίλια Λάγνο της κόρης το κορμί, λούζεται απ' τους μαστούς της άνοιξης. Παίρνει φτερά, δίνει φιλί χάνεται, σβήνει τρέχει! Ξανάβει.. κράζει τον Πάνα , ματώνει το χείλι. Απόμακρα γνέφει, θυμούς αφροσύνη. Καμώνεται.. θέλει, μα πάλι ολολύζει.. Ξαμώνει, περιμένει.. ψυχή πώχει δώσει..
    κ/δ
    Με θέλγει κύριε !
    Με θέλγει κύριε, η θεία ενατένιση μικρών αγγέλων, στη λεπτεπίλεπτη αιθρία των δεκατέσσερων Μαΐων. Ετσι καθώς η σύμπτυξη της αρετής με το θλιμμένο γιασεμί, με την σεπτή ανάρρωση της τεθλασμένης προσμονής. Με το γλυκύτατο χαμόγελο των πέντε αισθήσεων. Με τον ανώδυνο βασιλικό ψαλμό, πάνω στο πέτρινο σκαλί, που η ροδαριά, ξεφύλλισε δεκάξι ως είκοσι παλμούς, άθραυστης οίησης, ίση προς λήκυθο. Με θέλγει κύριε η αγάπη των μικρών πουλιών. Τ' αλόγατα καθώς φρισομανούν σ' ενάλκιμη πορεία, κι από καθέδρας τώρα αναγυμνάζουν την τρελή κατεύθυνση, προς μείζονα αναπαμό της ανοιξής μου. Με θέλγει κύριε η συμπληγάδα έφεσης, ζευγαρωμένων πυρετών στην πλέρια ώρα της απόφασης. Το απεγνωσμένο κλάμα της βροχής στον ασημένιο κήπο των μαλλιών μου. Η θεία απέλαση των πυρωμένων μου καημών πάνω στην λεία επιφάνεια μικρής ελπίδας. Ένα δωμάτιο κύριε κρεμασμένο στον κατακόρυφο καιάδα ορυμαγδού και τύψης, νηφάλιο προχωρεί σ' εσένα κύριε. Είναι το κρανίο μου κύριε! Με θέλγει κύριε!!. κ/δ



    Τούτο το χρόνο

    Η μαύρη τρύπα στον τοίχο
    ήταν πριν από το πόλεμο,
    ένα φεγγάρι.

    Τα μικρά παιδιά που βγήκαν
    την προηγούμενη μέρα,
    για τα παιγνίδια των
    στους δρόμους,
    δεν ξαναγύρισαν ποτέ
    σ' αυτό το σπίτι.

    Ετσι γράφτηκε η Ιστορία,
    κι έτσι πέρασε
    η άνοιξη τούτο το χρόνο.

    κ/δ

    Κρατούμενος των φυλακών

    Ποιος ήταν ο κρατούμενος των φυλακών χθες βράδυ αγαπημένη, όταν στο θρως της σύμπτυξης με τις θλιμμένες βελονιές κάτω απ' τα στήθη, πάνω στο μέτωπο στην αφή των βλεφάρων μας η στίλπνουσα αρχή, μηνούσε απόδραση των κίτρινων πουλιών. Έτσι καθώς που είχαν θερίσει, το φως του ήλιου πριν απ' την βλάστηση;

    Ποιος ήταν ο κρατούμενος των φυλακών χθες βράδυ αγαπημένη, έτσι καθώς τα μάτια σου, τα χείλη σου, η σιωπή σου. -Καμπύλη αλαζονική πάνω απ' τα σκόρπια μου μαλλιά, στον αναπέραντο καιρό -χώμα στο χώμα.

    Λίγη φωτιά κι ύστερα πάλι ο θάνατος. Λίγη φωτιά κι ύστερα πάλι η τύψη, Λίγος καπνός κι ύστερα πάλι ο θάνατος μας για Ιθάκη.

    κ/δ


    Λεηλασίες

    Μαραμένο το χείλι μου στο στεγνό απομεσήμερο, ζητά απεγνωσμένα,
    και την μικρότερη ελπίδα λυτρωμού,
    την καταλύτρια, πιωμένη στης αρνησιάς
    το φρύγανο, μου γνέφει τώρα
    πίσω από το φύλλο το ξερό της νιότης μου.

    Το διψασμένο θηλυκό, στύβει μ' ανείπωτο καημό, την γύρη μου, να πιει χυμό.
    Μ' αλίμονο ξεράθηκε και το στερνό
    το χνούδι στην πνοή μου.

    Το μεστωμένο μου κορμί, βροντά
    σαν πέτρα στο κενό την ύπαρξή του.
    Κι ανέγνωρη η ψυχή, χάνεται, σβηέται, κάτω από την κατανυκτική λεηλασία.

    κ/δ













    Οι καταρράκτες του όρθρου
    λένε, να μ'ανοίξουνε να φύγω.
    Γυμνός! καθώς με φέρανε τα σύννεφα.
    Αθώος! καθώς με φέραν τα πουλιά.

    κ/δ
      
    Θεία η μνήμη

    Σε εσένα κύριε, το δάκρυ των μικρών ψυχών, και η λεπτή σταγόνα των μυρίων μου λυγμών. -θεία η μνήμη, εις χρόνων θαλασσών και ωκεανών.

    Εις χρόνων εσαεί. των επτυγμένων μου κυττάρων, υπό πρασίνην τέφραν, γυμνού, τετράπτυχου κισσού. Θα εναγκαλίζομαι την υπαρξή σου κύριε.

    Πάνω από ήλιο ξέγυμνο στην αστραπή, πάνω από Απρίλη ξέφραγο στην αρετή. Πάνω από θεία ενόραση στο πνεύμα.

    Ο χρόνος κύριε ανέστητε στα ηλιοθρεμένα πέλματα της γενεσή σου!

    κ/δ
    Παρένθεση και χάος

    Στη δέηση το πρώτο δακτυλίδι διαγράφεται στο μίσχο της χαμένης μας χίμαιρας. Καθώς οι πένθιμοι αχοί της επιτύμβιου δίεσης, κάνουν τον ίσκιο μας πρωταρχικό, μ' ένα πυρόξανθο ανέμισμα εκεί που το εμβαδόν της ισοτίμου γύρης μας, έχει υψωθεί εις το τετράγωνο.

    Κανείς, μα το ποτήρι τ,άδειο, μπόρεσε νά 'μπει στύλωστρο σε κείνο, που είναι ο κατεμαχισμός του πόνου μας.

    Το υπερηχητικό ναυαγοσωστικό μας ανάκλιντρο, μας βρήκε πέρα από την ύφεση.

    Οι νικηταί μας δεν είχαν μάτια να μας δουν στο ..περίωπο λυκαυγές της υπαρξής μας, και να μας ..σώσουν.

    κ/δ
    Ανθρώπινη πορεία

    Πυργωμένο λιόγερμα, ματωμένη γιρλάντα, πληγωμένο χαμόγελο ρημαγμένη τύψη. Θάνατος!

    Ο θάνατος μ' ατίμωσε προτού με δει η ζωή. Ο θάνατος δεν είναι αυτός, που φέρνει λυτρωμό. Είναι η ζωή που φέρνει θάνατο. Είναι η αγάπη που ανοίγει τον όλεθρο και η αμαρτία, το πρώτο ίσως.

    Τόπος ανώνυμος, σπόρος ασημένιος, πικρό ανάθεμα το ριζικό μου -το τέταρτο φτερό της χίμαιρας.

    Είμαι ο χαμένος αναβάτης, στην ανάχετη ώρα. Πυργωμένο λιόγερμα, ματωμένη γιρλάντα, είναι η αγάπη μου καρφωμένη στα σύνορα της προδοσίας.

    Μ' ατίμωσε το πρώτο σύννεφο. Τ' αστροπελέκι φόρτωσε στον ώμο μου το νιφοκρέβατο γυμνό με μια πλεκτάνη αναπαμό και μ' έναν ξύλινο σταυρό γιεμάτο τρόμο.

    Στο περιθώριο γράφτηκε το μέλλον μου, και στο παρών ο θανατός μου.

    κ/δ












                      

    The LAND of GODS Since October 1996
    Oakville Ontario Canada
    Go to Home Page