Ιστορική και γεωγραφική περιοχή της Πελοποννήσου, στο κεντρικό τμήμα της, που
σήμερα αποτελεί στο σύνολό της σχεδόν τον νομό Αρκαδίας (4.419 τ. χλμ., 102.035
κάτοικοι) με πρωτεύουσα την Τρίπολη. Ο νομός συνορεύει βόρεια με τους νομούς
Κορινθίας και Αχαΐας, δυτικά με τους νομούς Ηλείας και Μεσσηνίας, νότια με τους
νομούς Λακωνίας και Μεσσηνίας, και ανατολικά βρέχεται από τον Αργολικό κόλπο.
Στο κέντρο σχεδόν της Αρκαδίας απλώνεται το οροπέδιο της Τρίπολης που
περιβάλλεται από τα Αργολιδοαρκαδικά όρη, Ολίγυρτο (Σκίπιζα 1.935 μ.), Τραχύ (1.808
μ.), Λύρκειο (Γούπατα, 1.755 μ.), Αρτεμίσιο (1.771 μ.), Κτενιά (1.634 μ.) και Μαίναλο
(1.980 μ.), το κυρίως αρκαδικό βουνό, με πολλά δάση και άφθονα νερά, όπου κατά την
αρχαιότητα λατρευόταν ο Παν και οι Δρυάδες, και από τις βόρειες προεκτάσεις του
Πάρνωνα (κορυφή Κούκουρα 1.449 μ.). Το οροπέδιο της Τρίπολης χωρίζεται με χαμηλά
εγκάρσια υψώματα στις μικρές λεκάνες της Τρίπολης, της Τεγέας, της Μαντινείας και
του Ορχομενού. Είναι καρστικής προέλευσης και οι λεκάνες του έχουν γεμίσει με
νεότερες προσχώσεις. Τα νερά των λεκανών αυτών αποχετεύονται υπογείως με
καταβόθρες (τα ζέρεθρα των αρχαίων Αρκάδων) που σχηματίζουν λίμνες, έλη και
κεφαλάρια, έξω από τα σύνορα του νομού, ή εκβάλλουν στον Αλφειό και τον Αργολικό
κόλπο. Στα νότια του οροπεδίου της Τρίπολης σχηματίζεται το οροπέδιο της Ασέας, που
κατεβαίνει προς τη λεκάνη της Μεγαλόπολης, τεκτονικό βύθισμα, λίμνη κατά το
τριτογενές και τέλμα κατά το τεταρτογενές. Οι φυτικές ύλες που συγκεντρώθηκαν εκεί
έχουν σχηματίσει επιφανειακά κοιτάσματα λιγνίτη πάχους 65 μ., τα μεγαλύτερα της
Ελλάδας μαζί με αυτά της Πτολεμαΐδας. Τα όρη Λύκαιο (1.421 μ.) και Τετράζιο (1.389
μ.) κλείνουν τη λεκάνη της Μεγαλόπολης στα Δ και τη χωρίζουν από τη σχετικά εύφορη
πεδιάδα της Μεσσηνίας.
Το οροπέδιο της Τρίπολης και τα γύρω βουνά του αποτελούν τον κυρίως υδροκρίτη
της Πελοποννήσου. Στα νότια του οροπεδίου πηγάζει ο Αλφειός. Πριν βγει από τον
νομό δέχεται και τα νερά του Λάδωνα και του Ερύμανθου που και οι δύο πηγάζουν από
την Αχαΐα. Στα βόρεια των Τροπαίων (Γορτυνία) έχει κατασκευαστεί φράγμα μήκους
105 μ. και ύψους 57 μ. που συγκρατεί τα νερά του Λάδωνα και σχηματίζεται έτσι
τεχνητή λίμνη (έκταση 6.000 στρέμ., χωρητικότητας 50.000.000 κ. μ.). Η λίμνη αυτή
τροφοδοτεί υδροηλεκτρικό εργοστάσιο με δύο ηλεκτροπαραγωγικές μονάδες
εγκατεστημένης ισχύος 70.000 κιλοβάτ που παράγουν κατά μέσο όρο 300.000.000
ωριαία κιλοβάτ ηλεκτρικής ενέργειας τον χρόνο. Το κλίμα του νομού Αρκαδίας, εκτός
από τις χαμηλές παραλιακές περιοχές, είναι μάλλον ψυχρό και ηπειρωτικό. Τον χειμώνα
το ψύχος είναι δριμύ, ανάλογα με το γεωγραφικό πλάτος, λόγω του ορεινού χαρακτήρα
της περιοχής. Οι βροχοπτώσεις ξεπερνούν τα 800 χιλιοστά.
Τα γεμάτα δάση βουνά, τα άφθονα νερά, οι όμορφες τοποθεσίες, οι ηλιόλουστες
κοιλάδες, όπου βόσκουν προφυλαγμένα τα κοπάδια, έκαναν από την αρχαιότητα την
Αρκαδία ιδιαίτερα ειδυλλιακή χώρα. Οι ποιητές (Θεόκριτος, Βιργίλιος) έπλασαν έτσι μια
φανταστική χώρα όπου οι βοσκοί διατηρούσαν τα αγνά ήθη τους και επικρατούσε η
ευτυχία της ήρεμης ζωής. Με τον τίτλο Αρκαδία ο Ι. Σανατσάρο δημοσίευσε βουκολικό
ποίημα, το οποίο θεωρείται ένα από τα χαρακτηριστικότερα έργα της ιταλικής
λογοτεχνίας. Με τον ίδιο τίτλο ο Άγγλος ποιητής Φ. Σίντνεϊ έγραψε έργο σε πεζό λόγο
όπου παρεμβάλλονται στίχοι (η τρίτη μορφή του δημοσιεύτηκε το 1593) και ο Λόπε ντε
Βέγκα βουκολικό ποίημα (1598). Αλλά και ο Γάλλος ζωγράφος Πουσέν εμπνεύστηκε από
την Αρκαδία τον περίφημο πίνακά του Ποιμένες της Αρκαδίας (1653) που φυλάσσεται
στο Μουσείο του Λούβρου.
|
|
|
|
Ο Αντώνης Ν. Συμιγδαλάς γεννήθηκε στον Πειραιά το 1930. Έζησε κάποια χρόνια στην Τρίπολη.
Είναι δημοσιογράφος, ποιητής και συγγραφέας. Εκδίδει το τριμηνιαίο λογοτεχνικό και μορφωτικό
περιοδικό "Λογοτεχνία Τώρα", στο οποίο συνεργάζονται πολλοί Αρκάδες λογοτέχνες. Ποιήματά του
έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, γερμανικά, γαλλικά, ιταλικά και κινέζικα. Έχει λάβει σημαντικές
τιμητικές διακρίσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Έχει εκδώσει δεκάδες ποιητικές συλλογές: "Ένα σταθερό βήμα", "Ανθρώπινα", "Ηλιοκρυφοχαράματα",
"Σιγανή ανοδική πορεία", "Εις την Κύπρον", "Χωρίς μάσκα", "Στον αστερισμό της αγάπης", "Ταξίδια στον
ήλιο", "Αγγίζοντας το άπειρο", "Ο ερχομός της", "Ποιητική Οδοιπορία", "Φωνές και κραυγές", "Μέσα στη
δίνη των ήχων", "Απρόσμενων ερώτων θύμισες", "Στίχοι μετανάστες", "Η χαρά της Χαράς", "Ηλιοχαρές μιας
νιότης" κ. ά. Ο πεζός λόγος του περιλαμβάνει βιογραφίες και εργογραφίες (Ζαν Ζακ Ρουσσώ, Εμίλ Ζολά,
Τζιάκομο Καζανόβα, Μαρία Κάλας, Αλεξάντροβιτς Μ. Μπακούνιν, Μίστερ Λώρενς κ. ά.), Μελέτες
("Οι άφρονες του 20ού αιώνα", "Κύπρος η Ελληνίδα", "Μοναχικές ώρες", "Ο θάνατος του ήρωα",
"Ταξίδι στο όνειρο", "Ταξίδια με το φως", "Εδώ και τώρα" κ. ά.), με διάφορο περιεχόμενο ("Προσωπικά
Βιώματα", "Αυτοφωτισμένοι λογισμοί", "Μεγάλες Αλήθειες", "Άγγιγμα ψυχής", "Εσώτερες φωνές", "Ματιές
στο έργο μου"), διηγήματα ("Σιωπηλές μαρτυρίες", "Φωτερά σκοτάδια", "Μιας εποχής", "Ακροβασίες της
ζωής" κ. ά.), Λαογραφία ("Όταν τραγουδάει ο λαός μας", "Κυπρέϊκη λαϊκή Μούσα", "Τρεις ξέχωρες αγάπες" κ. ά.),
Φιλοσοφία ("Η αξία της φιλοσοφίας" σε τρία μέρη), Νουβέλες ("Χρώματα ζωής", "Τελευταία ανοιξιάτικα χαμόγελα",
"Λεωφόρος ζωής", "Η φλόγα της αγάπης", "Ανάμεσα σε δύο αγάπες"), δοκίμια και μυθιστορήματα ("Κάπου…
Κάποτε", "Η αγαπημένη μου", "Στο νήμα της αγάπης", "Γλυκιά αναμονή", "Κάτι υπάρχει ακόμα", "Η ώρα έντεκα και κάτι" κ. ά.).
Τα βιβλία του ξεπερνούν τα εκατόν είκοσι.
Ποιήματα:
'Aφησέ με σε παρακαλώ
Αλήθεια στο λέω, πάρε τις σκέψεις μου,
πάρε ακόμα την κάθε λέξη μου,
διάλεξε ότι θες,
παιδί της μοναξιάς
κι ολομόναχος θα μείνω,
θέλω να μου δώσεις λίγο φως
από το μικρούλικο του ήλιου παραθύρι.
'Aσε με μονάχο σε κάποιο ξέφωτο
του απάτητου ολοπράσινου δάσους
ν' ακούω το κελάδημα το γλυκό,
σιγανά να με κοιμίζει,
κι εγώ όλος ανεμελιά
να προσπαθώ να πιάσω
την ακριβοθώρητη φευγάτη ευτυχία
που θα μείνει για πάντα ένα όνειρο,
ένα άπιαστο όνειρο.
Ήρθες ξανά
Είπες πως ξανά για πολλοστή φορά
ήρθες σε μένα.
Ήρθες σε μένα για να μου δώσεις χαρά.
Στα στιβαρά τα χέρια σου
κρατούσες διαμάντινο δαχτυλίδι
βγαλμένο από της γης τα βάθια
κάποιο μεθυστικό νέκταρ
είχες στα δυο σου χείλη,
ο ήλιος
άρχισε να ροδίζει την καινούργια μέρα
και τα ματούλια της αυγής
να σου ψιθυρίζουν
- για να σε ξυπνήσουν
από το γλυκό σου όνειρο -
ένα αιθέρινο καλημέρα.
Εποχικό μουρμούρισμα
Τα μυστικά μιας άλλης εποχής
κάνω κάποιες τολμηρές, ανούσιες προσπάθειες
να βρω, να μαντέψω αν είναι δυνατό,
δηλαδή για κάποια χρόνια που πέρασαν
είναι που το λένε όλοι παρελθόν
κι όμως είναι το προσεχές μέλλον,
γιατί το παρόν το ζούμε
κι εγώ τώρα σε μιαν λησμονημένη
από τους πολλούς εποχή,
προσπαθώ ίσως μάταια να ξαναζήσω.
Ένα κάποιο τραγούδι
Στο σπιτάκι σου ερχόμουνα το φτωχικό,
ερχόμουνα για να σε δω,
για λίγο να τα πούμε,
ν' αγκαλιαστούμε, να φιληθούμε,
να δοθούμε ο ένας στον άλλο
με κείνο το άπιαστο
της ευτυχίας το ρεγάλο'
με χαστούκιζε η βροχή στον δρόμο,
ήτανε σαν να μου έλεγε:
"Μην πηγαίνεις, θα πληγωθείς,
θα πονέσεις."
(Από τη συλλογή του "ΗΛΙΟΧΑΡΕΣ ΜΙΑΣ ΝΙΟΤΗΣ", Αθήνα 2005)
Μονάχα για σένα
Ξέρεις ποια είσαι
και τι είμαι εγώ για σένα.
Βλέπεις όλα είναι διορθωμένα
ετούτα τ' άσματα,
της καρδιάς μου πλάσματα,
τα είχα σε κάποιο συρτάρι
και περίμεναν να τα πάρει
κάποιο χέρι να τους δώσει φτερά
για να πετάξουν
και να βροντοφωνάξουν
μέσα στο χάος τ' απείρου
το πόσο σ' αγαπώ ακόμα.
Είναι κάποιες στιγμές
Είναι, μα το ναι, κάποιες ώρες,
κάποιες στιγμές που κυριεύομαι
από κάποια πρωτόγνωρα πάθη,
πονάω φοβερά
και με καίει ένας αβάσταγος καημός.
Είναι που μου λείπεις, αγαπημένη εσύ,
κι έχω ξεμείνει ολομόναχος στη ζωή,
είναι τα τσαλακωμένα όνειρα
που κάναμε κάποτε μαζί
και σήμερα τα πετάς.
Είναι που πονάω για μας τους δυο,
είναι που απορώ κι εγώ ο ίδιος
πώς μπορώ να ζήσω έστω και για λίγο
τόσο μακριά σου,
είναι αυτό που λένε,
μερικοί σκεφτόμενοι,
η ιερή τρέλα της Αγάπης.
Πεζά του Αντώνη Ν. Συμιγδαλά
Από τις Νουβέλες του "ΜΕ ΑΠΛΑ ΛΟΓΙΑ", Αθήνα 2004
"ΕΝΑΣ ΕΡΩΤΑΣ ΠΟΥ ΦΥΤΡΩΣΕ ΣΤΑ ΧΙΟΝΙΑ" (απόσπασμα)
ΔΙΑΚΟΠΕΣ!!! Μια λέξη γεμάτη ομορφιά και μαγεία.
Ο Φίλιππος δεν μπορούσε ακόμα να το πιστέψει κι όμως από την άλλη μέρα
θα βρισκότανε μακριά από τους κάθε είδους θορύβους, μακριά από το γραφείο,
μακριά από τα μποτιλιαρίσματα που συναντούσε το πρωί και σχεδόν όλα τα απογεύματα.
Θα βρισκότανε σ' ένα άνετο δωμάτιο και μάλιστα σε υψόμετρο δύο χιλιάδων μέτρων, για να
χαρεί κάποιες μέρες άδειας μα και κάποιας σχετικής ελευθερίας. Ξέρετε είχε ένα υπόλοιπο
από την μηνιάτικη κανονική του άδεια κι έπρεπε πάση θυσία να το πάρει έστω κι αυτή την
εποχή, γιατί αλλιώς θα το έχανε με τον ερχομό του καινούργιου χρόνου. Τώρα έχει κάπου
δυόμισι ώρες που τακτοποιεί τα χαρτιά του. Έκλεισε το κομπιούτερ του και γύρισε προς τον Μίνω.
- Λοιπόν, είσαι σίγουρος πως δεν υπάρχει πρόβλημα;
- Τι να σου πως, μωρά είμαστε να παίζουμε;
- Ρωτάω έτσι για να ξέρω.
- Δεν φτάνει που σου παραχωρώ το δωμάτιό μου, με ρωτάς αν είμαι
σίγουρος αν υπάρχει κάποιο πρόβλημα, που θες να ξέρω από εδώ μέσα;
- Μην νευριάζεις, μια ερώτηση κάναμε. Αλλά εδώ που τα λέμε δεν
είμαι και τόσο λάτρης του χιονιού.
- Να ξέρεις ένα πραγματάκι, ότι αυτό το δωμάτιο ήτανε ένα κομμάτι
της ζωής της, της άρεσε πάρα πολύ.
- Ποιανής της άρεσε τόσο πολύ, ρε Μίνω;
- Της Ισμήνης, της πρώην γυναίκας μου. Τρελαινότανε με αυτό... .
Από τα μικρά του Δοκίμια "ΚΑΠΟΙΑ ΠΕΣΜΕΝΑ ΦΥΛΛΑ", Αθήνα 2004
Από τα μικρά του Δοκίμια "ΚΑΠΟΙΑ ΠΕΣΜΕΝΑ ΦΥΛΛΑ", Αθήνα 2004
Είναι γεγονός αναμφισβήτητο ότι η αναζήτηση της ελευθερίας
κι άλλο τόσο της ευτυχίας είναι ακριβώς εκείνο το κίνητρο της
ανθρώπινης δραστηριότητας κι ενώ τώρα οι ανθρώπινες κοινωνίες
διαδέχονται η μια την άλλη δεν φτάνουνε δυστυχώς - δυστυχέστατα,
ποτέ μα ποτέ σ' αυτόν τον στόχο, στο ποθούμενο αποτέλεσμα. Η αιτία
αυτής της κυκλικής αποτυχίας, κακοδαιμονίας όπου τελειώνει γενικώς στην
χειρότερη ηθική ακαταστασία, βρίσκεται δυστυχώς μπορούμε να πούμε στην
καρδιά του ανθρώπου, εσένα, εμένα, όλων μας ανεξαιρέτως φύλου, φυλής, γλώσσας,
θρησκείας, ηλικίας, χρώματος επιδερμίδας.
Με λίγα λόγια όμορφα κι όσο μπορούμε πιο απλά γίνεται, η ολότητα, η ανθρωπότητα
εργάζεται ούτε λίγο ούτε πολύ για την δικιά της δυστυχία. Τώρα καθ' όλη τη διάρκεια της
Ιστορίας, καθεμιά κοινωνία αποδείχνει περίτρανα και καθαρά ότι η ανθρώπινη καρδιά πάσχει,
είναι στην πραγματικότητα άρρωστη και ατυχώς γι' αυτήν, διότι βρίσκεται κάτω από την
επίδραση μιας - θα έλεγα - απόκρυφης δύναμης, της δύναμης του διαβόλου, που δυστυχώς
παραπλανά τον άνθρωπο… που αναζητάει την ευτυχία του.
|
|
|
|
|
Τα πρόσωπα.." της kathimerini.gr. |
|
|
τα Ιστορικά ανέκδοτα του Κολοκοτρώνη |
Ο θρυλικός «Γέρος του Μωριά» γεννήθηκε στην Παλαιά Μεσσηνία. Να πως τον περιγράφει ο Βλαχογιάννης: 'Οψη «αδύνατη και μαυρειδερή' μάτια βαθουλά, ματιά σκληρή και δυνατή' μεγάλο μουστάκι μαύρο, γερακωτή μεγάλη μύτη' μαλλιά μακρυά κυματιστά. Μικρό κόκινο φέσι στραβοφορεμένο. Τέλος, πρόσωπο που χτυπάει και ξαφνίζει, και που του κάκου θα γύρευε κανείς να βρη σ' έναν Ευρωπαίο το ταίρι του».
Οι Αρβανίτες έτρεμαν κυριολεκτικά το Κολοκοτρωναίκο σπαθί. Γι' αυτό κι' ο φοβερώτερος όρκος τους ήταν: -Να μη γλυτώσω απ' το σπαθί του Κολοκοτρώνη!.
-Πόσο μεγάλη είναι η χώρα που γεννήθηκες; τον ρώτησε κάποιος 'Αγγλος περιηγητής.
-'Εχει διακόσιους φούρνους! είπε γελώντας ο Κολοκοτρώνης. (Κάθε σπίτι στα χωριά έχει και δικό του φούρνο).
Μια γυναίκα του ζήτησε κάποια χάρη: -Αφέντη μου, τού'λεγε, κάνε μου αυτό το καλό, και σκλάβα σου να γένω! -Τί λες, μωρή ζουρλή; Εμείς για τη λευτεριά πολεμούμε κι' εσύ θέλεις να γίνης σκλάβα μου;
Του είπαν κάποτε: -Κολοκοτρώνη, η πατρίδα θα σε ανταμείψη. -Το ξέρω, απάντησε' εμένα θα πρωτοεξορίση.
Κάποτε φιλοξένησε εν γνώσει του το φωνιά του αδερφού του, ο οποίος νόμιζε ότι δεν τον ξέρει ο «Γέρος». -Παιδί μου! λέει η μάνα του, δίνεις να φάει ψωμί ο φονιάς του παιδιού μου; -Σώπα μάννα' είπε ο στρατηγός. Αυτό είναι το καλύτερο μνημόσυνο του σκοτωμένου.
Από τη στιγμή, που ο Κολοκοτρώνης ανακατεύτηκε στην πολιτική, έχασε τα νερά του. Πολύ γρήγορα όμως κατάλαβε το σφάλμα του και ξαναγύρισε στ' άρματα.
Διηγόταν μάλιστα και το ακόλουθο μύθο, για να δείξη πως την έπαθε, όταν πήγε να γίνη πολιτικός: 'Ενας λύκος άρπαξε ένα αρνί από το μαντρί και πήγε παραπέρα να το φάει. -Κυρ λύκο, θα με φας, το ξέρω, είπε το αρνί. Γι' αυτό όμως το καλό, κάνε μου και μένα αυτή τη χάρη: τραγούδα μου λιγάκι, γιατί έχεις πολύ γλυκιά φωνή και μένα μου αρέσουν τα τραγούδια.
'Αφησε ο λύκος το αρνί κι άρχισε να ουρλιάζη. Τον άκουσαν τότε τα σκυλιά και τον πήραν στο κυνηγητό. Είδε κι έπαθε, ώσπου να γλυτώσει. Τότε στάθηκε ψηλά στη ράχη κι αγναντεύοντας το μαντρί είπε: -Τί ήθελα εγώ να κάμω τον τραγουδιστή; Καλά να πάθω!.
'Ελεγε κι αυτόν το μύθο: Η κουκουβάγια είχε βρωμίσει πολύ τη φωλιά της κι αποφάσισε να κατοικήση αλλού. Της λέει τότε ο κούκος: -Του κάκου βασανίζεσαι, όσο παίρνεις μαζί σου και τον πισινό σου.
Οι μεγάλοι καπεταναίοι της Επαναστάσεως είχαν διάφορα παρατσούκλια μεταξύ τους.
Τον Οδυσσέα Ανδρούτσο τον έλεγαν Γερο-Χουλιάρα για τις πονηριές και τα τερτίπια του' Γέροντα έλεγαν τον Γκούρα για την φρονιμάδα του' Γύφτο έλεγαν τον Κολοκοτρώνη για το χρώμα του' Γύφτο έλεγαν και τον Καραϊσκάκη.
Καταδιωκόμενος ο Κολοκοτρώνης από τα κυβερνιτικά στρατεύματα στον εμφύλιο πόλεμο του 1825, στάθηκε κάτω από μια καρυδιά να ξεκουραστή. Και μονολογούσε λυπημένος: -Τί έχεις, καρυδιά μου, και παραπονιέσαι; Μη σε πετροβολάνε τα παιδιά; Είναι γιατί έχεις τα καρύδια...
* (Γνωστή και η λαϊκή παροιμία: «Το δέντρο πώχει τον καρπό όλο πετροβολιέται».
Ο Κολοκοτρώνης σχολίασε τη δολοφωνία του Καποδίστρια με τον ακόλουθο μύθο:
Κάποτε, λέει, τα γαϊδούρια πήραν την απόφαση να σκοτώσουν το σαμαρά, για ν' απαλλαγούν απ' τα σαμάρια κι απ' το φορτίο,
που τους έβαζαν οι άνθρωποι. 'Ετσι κι έγινε.
Αμέσως όμως κατόπιν πήραν την πρωτοβουλία τα καλφάδια (οι μαθητευόμενοι) του σαμαρά, μα δεν ήξεραν να κάμουν καλή τη δουλειά, γιατί έχασαν το μαστορά τους.
'Ετσι τα κακοφτιαγμένα σαμάρια άρχισαν να χτυπάνε και να πλυγώνουν τα δυστυχισμένα γαϊδούρια, που δεν άργισαν να καταλάβουν ότι με την ανόητη πράξη τους έπεσαν από το κακό στο χειρότερο...
Στον 'Οθωνα, ο οποίος τον ρώτησε τι γνώμη είχε για το νέο πανεπιστήμιο, που άρχισε να χτίζεται, απάντησε:
-Να σας πω, μεγαλειότατε' μου φαίνεται ότι τούτο εδώ -κι έδειξε το Πανεπιστήμιο- δεν
έπρεπε να κτισθή κοντά σε κείνο -κι έδειξε το Παλάτι' διότι φοβούμαι ότι τούτο θα φάει εκείνο..
'Ελεγε «Οι 'Ελληνες είναι τρελλοί, αλλά έχουν θεόν φρόνιμον».
Μετά την καταδίκη του τον πληροφόρησαν ότι ο βασιλιάς του χαρίζει τη ζωή
και τον αφήνει μόνο... 20 χρόνια φυλακή. -Θα γελάσω το βασιλιά! Δεν θα ζήσω τόσους! Αποκρίθηκε.
|
|
|
|